Photobucket

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009

Πειρατεία στο Αρχιπέλαγος



Η ναυμαχία της Ναυπάκτου υπήρξε σταθμός στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης. Οι ενωμένοι χριστιανικοί στόλοι διέλυσαν το στόλο των Οθωμανών. Οι Έλληνες δυστυχώς υποχρεώθηκαν να μετέχουν ως πληρώματα και στις δύο παρατάξεις. Έχασαν πολύτιμο ανθρώπινο υλικό. Οι χριστιανικές δυνάμεις δεν θέλησαν να εκμεταλλευτούν τη συντριπτική νίκη και να προχωρήσουν σε επίθεση κατά της Τουρκίας. Αδράνησαν. Όμως ένα άλλο ισχυρό δυναμικό που ξεπήδησε από τη βάση εκμεταλλεύτηκε το γεγονός: οι χριστιανοί πειρατές και κουρσάροι. Ξεχύθηκαν στις θάλασσες της Ανατολής που δεν τολμούσαν πριν να πλησιάσουν και άσκησαν καταδρομές με το μανδύα του Ιερού πολέμου, χρηματοδοτούμενοι από τις ισχυρές οικονομικές δυνάμεις. Είχαν πάψει να φοβούνται τους Τούρκους.
Έφθαναν κατά κύματα Μαλτέζοι, Φλωρεντινοί, Σικελοί, Ναπολιτάνοι, Ισπανοί, Κορσικανοί. Είχαν καπετάνιους, πιλότους, πληρώματα Έλληνες που συνέτασσαν τους πορτολάνους των ελληνικών παραλίων, όπου επρόκειτο να δράσουν.
Το σημαντικότερο είναι ότι τα χριστιανικά πλοία, στα οποία υπηρετούσαν Έλληνες, γίνονταν δεκτά με αγάπη από το νησιωτικό πληθυσμό και έδιναν σαφείς πληροφορίες στους κουρσάρους, ενώ αντίθετα παραπλανούσαν με ψεύτικες ειδήσεις τις προϊστάμενες αρχές.

Οι επιδρομές, εντατικές και αλλεπάλληλες, επαναλαμβάνονταν κάθε χρόνο. Κύριος στόχος τους ήταν η καραβάνα, η νηοπομπή εμπορικών πλοίων που επέστρεφε από την Αίγυπτο κομίζοντας το χαράτσι και πλούσια προϊόντα ανεφοδιασμού της Κωνσταντινούπολης και άλλων αστικών κέντρων.
Οι επιτυχείς καταδρομές προκάλεσαν άνοδο στις τιμές των αγαθών. Το 1608 τα λάφυρα μόνον των 8 ιστιοφόρων της Φλωρεντίας ανέρχονταν σε 1.000.000 δουκάτα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μεγάλη δούκισσα της Τοσκάνης, πριγκίπισσα Χριστίνα της Λορένης, επένδυσε τα χρήματα της προίκας της σε πειρατικά ιστιοφόρα και ανέθεσε στο Γάλλο πειρατή Ζακ Πιέρ (Jacques Pierre) να κουρσεύει με τα εμβλήματά της.

Οι συνέπειες των χριστιανικών επιδρομών μετά το 1571 ήταν μακροχρόνιες αλλά σημαντικές. Η Πύλη φοβήθηκε από τις επιθέσεις των Δυτικών κουρσάρων. Έτσι η διοικητική εποπτεία στο νησιωτικό χώρο έγινε υποτυπώδης και το 17ο αιώνα οι νησιωτικές κοινότητες κατόρθωσαν να οργανωθούν και να αυτοδιοικούνται.
Οι κάτοικοι τόλμησαν να επανοικήσουν τα λιμάνια και τις εύφορες πεδινές εκτάσεις. Κατασκεύασαν καΐκια και καλλιέργησαν τη γη. Οι οθωμανικές αρχές χρησιμοποίησαν συστηματικά τα ελληνικά καΐκια για τις θαλάσσιες μεταφορές τους προς τα λιμάνια της οθωμανικής επικράτειας. Από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι την Αλεξάνδρεια.
Δύο είναι λοιπόν οι ευνοϊκές συνέπειες της ξένης πειρατείας για τους Έλληνες: η οργάνωση της κοινοτικής αυτοδιοίκησης ήδη από το 17ο αιώνα και η δραστηριοποίηση της μικρής ελληνικής ναυτιλίας.

Οι Έλληνες επωφελήθηκαν από τον πειρατικό πυρετό για να ασκήσουν οι ίδιοι πειρατεία μικρής έκτασης και τοπικού χαρακτήρα, γιατί δεν διέθεταν κεφάλαια ούτε σημαία προστασίας.
Οι Μανιάτες παράλληλα με την πειρατεία ξηράς ασκούσαν πειρατεία στη θάλασσα με φελούκες και βάρκες στις γειτονικές περιοχές τους. Στο διάστημα του 25ετούς Κρητικού πολέμου (1645-1669) οι Βενετοί επιζητούσαν από τους Μανιάτες τη διάσπαση του τουρκικού αποκλεισμού και τον ανεφοδιασμό τους με πολεμικά εφόδια και τρόφιμα, όπως και την πειρατική δραστηριότητα των Σφακιανών στα νότια της Κρήτης.
Το 1667 μανιάτικα πειρατικά αναμίχθηκαν με τα τουρκικά πλοία που πολιορκούσαν τον Χάνδακα και κατόρθωσαν να πυρπολήσουν μέρος του οθωμανικού στόλου. Δέκα άνδρες συνελήφθησαν από το βεζίρη Αχμέτ Κιοπρουλή και ανασκολοπίστηκαν.
Πρότεινε στους Μανιάτες να τους προσλάβει στην υπηρεσία του, με διπλό μισθό, αλλά αυτοί αρνήθηκαν. Προτιμούσαν να ασκούν πειρατεία ελεύθεροι και να συχνάζουν στη Φολέγανδρο, όπου κοιμούνταν στο δάπεδο μιας παραθαλάσσιας εκκλησίας.
Τότε συνέλαβε ο βεζίρης τον Λυμπεράκη Γερακάρη, που από κωπηλάτης στις βενετικές γαλέρες είχε εξελιχθεί σε φοβερό πειρατή με ιδιόκτητο πλοίο. Οι Μανιάτες τα λάφυρά τους τα μετέφεραν στη Μάνη. Στο Οίτυλο γινόταν εκτεταμένο εμπόριο δούλων και τροπαίων των θαλάσσιων επιδρομών.

Μετά το τέλος του πολέμου οι τουρκικές αρχές δεν μπορούσαν να επιβληθούν στις νησιωτικές περιοχές, να αποκαταστήσουν την τάξη.
Ζούσαν με το φόβο των χριστιανών πειρατών, κυρίως Γάλλων ιπποτών της Μάλτας. Ο καδής της Μήλου δεν παραμένει το χειμώνα στο νησί γιατί στον μεγάλο κόλπο της Μήλου συχνάζουν και διαχειμάζουν πειρατές. Το 1671 έτρεψαν σε φυγή τον τουρκικό στόλο.
Στην Κίμωλο πολλοί Γάλλοι και Μαλτέζοι πειρατές, λησμονώντας τις νόμιμες γυναίκες τους, είχαν παντρευτεί ντόπιες ή συζούσαν ελεύθερα μαζί τους. Από την εκποίηση λαφύρων είχαν αγοράσει γη και οι γυναίκες την καλλιεργούσαν. Οι Μανιάτες συνεργάζονταν με τους Γάλλους πειρατές, ιδιαίτερα με τον Κρεβιλιέ (Creviliers), που επεδίωκε μία μόνιμη εγκατάσταση στα ελληνικά εδάφη.

Παράλληλα με τους Μαλτέζους πειρατές δρούσαν στο Αιγαίο στα τέλη του 17ου αιώνα μεγάλα πειρατικά ιστιοφόρα που ανήκαν σε κεφαλαιούχους, εμπόρους δούλων, του Λιβόρνο.
Οι καπετάνιοι ήταν διαφόρων εθνικοτήτων, Κορσικανοί, Προβηγκιανοί, Άγγλοι, Ολλανδοί, και τα πληρώματα προέρχονταν από τα αποβράσματα των λιμανιών της Μεσογείου.
Άρπαζαν σκλάβους καταδιώκοντας Έλληνες καραβοκύρηδες στη θάλασσα και με συστηματικές αποβάσεις στη Ρόδο, την Κύπρο, τη Συρία. Οι εφοπλιστές κέρδιζαν εκμεταλλευόμενοι τους σκλάβους χωρίς να διακινδυνεύουν οι ίδιοι στην πειρατεία.

Οι Έλληνες στους τρεις αιώνες της Τουρκοκρατίας αντιμετώπισαν πολλές μορφές πειρατικών επιδρομών τουρκικών και χριστιανικών, πρωτόγονων και οργανωμένων. Αντέδρασαν σε κάθε περίπτωση διαφορετικά. Υποχρεώθηκαν να αλλαξοπιστήσουν, μετανάστευσαν, οχυρώθηκαν σε απόμακρες θέσεις, συμμάχησαν με όσους το ζητούσαν οι περιστάσεις.
Αλλά πέτυχαν παρόλα αυτά να επιζήσουν, να οργανώσουν κοινοτική αυτονομία, να αφομοιώσουν τα ξένα στοιχεία και κυρίως να μάθουν να ταξιδεύουν στις ανοιχτές θάλασσες, όπως θα αποδείξει η δράση τους το 18ο αιώνα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΡΑΝΤΟΝΕΛΛΗ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More