Photobucket

Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

Καλή Χρονιά, Εύχομαι όλοι μας να βρούμε το θησαυρό που αναζητούμε

Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2008

Καλά Χριστούγεννα Σε Ολους

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2008

Μανιάτες Πειρατές

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2008

Η Ισπανία το 1618

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008

Πειρατές της Σομαλίας;

Η κατάληψη ενός σαουδαραβικού σούπερ-τάνκερ, με φορτίο πετρελαίου αξίας 100 εκατομμυρίων δολαρίων, αποτελεί το αποκορύφωμα της πειρατικής δραστηριότητας που διαρκεί ήδη αρκετά χρόνια, καθώς ήταν η πιο θρασεία από τις μέχρι τώρα επιθέσεις των Σομαλών. Ποια είναι όμως τα στοιχεία που σκιαγραφούν το προφίλ και τον τρόπο δράσης των πειρατών;

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ:

Οι πειρατές ζουν σε πλοία-ορμητήρια, όπου αποθηκεύουν τα όπλα, τα καύσιμα και τις λοιπές προμήθειές τους. Καταλαμβάνουν τα πλοία-στόχους χρησιμοποιώντας ταχύπλοοα, βαριά οπλισμένους άντρες και ανεμόσκαλες. Σύμφωνα με κατασκοπευτικές πηγές, έχουν εντοπιστεί τρία καΐκια που πλέουν στον Κόλπο του ʼντεν και πιστεύεται ότι είναι ορμητήρια των πειρατών.

Σε κάθε επίθεση χρησιμοποιούνται συνήθως τρία ταχύπλοα, τα οποία μεταφέρουν έξι με δέκα άντρες οπλισμένους με αυτόματα και μερικές φορές με αυτοπροωθούμενες βομβίδες.

ΤΙ ΑΠΟΦΕΡΕΙ:

Οι πειρατές συνήθως μεταχειρίζονται καλά τους αιχμαλώτους, ελπίζοντας σε υψηλά λύτρα. Οι περισσότερες καταλήψεις πλοίων αποφέρουν λύτρα τουλάχιστον 10.000 δολαρίων για το καθένα, ενώ πρόσφατα τα ποσά είναι πολύ μεγαλύτερα. Τα μεγαλύτερα πλοία που έχουν καταληφθεί έχουν αποδώσει κατά μέσο όρο περίπου 2 εκατομμύρια δολάρια, ενώ σύμφωνα με τον βρετανικό οίκο Chatham το ύψος του ποσού που οι πειρατές είχαν υφαρπάξει μέχρι τον Οκτώβριο κυμαίνεται μεταξύ 18 έως 30 εκατομμυρίων δολαρίων.

Τα χρήματα ίσως να επενδύονται στη διακίνηση του κχατ, φυτού από το οποίο παράγεται ένα μαλακό ναρκωτικό που είναι πολύ δημοφιλές στην περιοχή. Απαγορευμένο σε πολλές δυτικές χώρες, το κχατ φύεται στην ανατολική Αφρική και στην Αραβική Χερσόνησο. Η επίδρασή του στους χρήστες είναι παρόμοια με της αμφεταμίνης.

Οι κάτοικοι των μεγαλύτερων πόλεων της Πούντλαντ λένε ότι οι περισσότεροι πειρατές είναι γνωστοί σχεδόν σε όλους, καθώς οι πιο πλούσιοι από αυτούς έχουν καταστεί σχεδόν διασημότητες. Έχουν χτίσει παραθαλάσσια μέγαρα, οδηγούν υπερπολυτελή αυτοκίνητα και παντρεύονται περισσότερες γυναίκες.

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ

Αντρες από τις διάφορες φυλές που έχουν πολεμήσει για Σομαλούς φύλαρχους, μπορούν να προμηθεύσουν τα όπλα και το στρατιωτικό δυναμικό. Χρειάζονται επίσης άντρες που να γνωρίζουν τον χειρισμό τεχνικών μέσων, όπως τα δορυφορικά τηλέφωνα και τα GPS. Οι ψαράδες είναι επίσης χρήσιμοι, γιατί γνωρίζουν καλά την περιοχή.

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Εξαιτίας της πειρατείας, τα ασφάλιστρα έχουν ανεβεί κατακόρυφα και πολλά πλοία αναγκάζονται να κάνουν τον γύρο της Αφρικής, αντί να πλεύσουν στο Κανάλι του Σουέζ.

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑΣ ΣΤΗ ΣΟΜΑΛΙΑ

Η Σομαλία θεωρεί ότι η πειρατεία είναι σύμπτωμα ενός ευρύτερου προβλήματος, της παράνομης αλιείας και απόρριψης αποβλήτων. Η κατάρρευση της σομαλικής κυβέρνησης το 1991 άνοιξε το κουτί της Πανδώρας, και αλιευτικά πλοία από όλο τον κόσμο πλημμύρισαν την περιοχή με αποκλειστικό στόχο την λεηλασία του θαλάσσιου πλούτου της χώρας.

Έτσι, αρχικά οι πολίτες χρησιμοποιούσαν τα πλοία τους για να προστατεύσουν τα νερά τους από παράνομα πλοία που προέρχονταν από χώρες όπως η Κορέα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Ταϊλάνδη.

Εκατοντάδες παράνομων αλιευτικών πλοίων δρούσαν στα σομαλικά νερά και είχαν φτάσει να αποκομίζουν έως 90 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο, κυρίως από την αλίευση τόνου. Η ρήψη τοξικών και βιομηχανικών αποβλήτων είναι επίσης συνήθης σε αυτά τα νερά, καθώς και το λαθρεμπόριο κάρβουνου.

ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΕΙΡΑΤΩΝ

Στην ημιαυτόνομη επαρχία της Πούντλαντ, ο πρώην ψαρότοπος του Έιλ, όπου τώρα επικρατεί πλήρης ανομία, είναι ένα από τα βασικά ορμητήρια των πειρατών. ʼλλες ομάδες έχουν τη βάση τους στα νότια της Σομαλίας.

Σονέτο 1624 Σεβίλλη, Δον Φρανθισκο Δε Κεβέδο.

Αν δεν φοβάσαι να χάσεις ό,τι έχεις αποκτήσει,
ούτε θέλεις αυτό που δεν είναι δικό σου να γένει,
ελάχιστη σημασία πως έχει θα φανεί η Τύχη αν σ'ευνοήσει.

Αν ο πόνος του άλλου χαρά δε θα σου δώσει,
ούτε το καλό του κόσμου σε συγκινεί,
ο θάνατος χωρίς μασκαρέματα ασ φανεί,
στητό ανάστημα μπροστά του ας υψώσεις.

Κι εσυ πια μόνος, χωρίς τις αλυσίδες
με τις οποίες ο αιώνας τις καρδίες σκλαβώνει,
κρατήσου, Διέγο, ελέυθερος απ' όποιο πάθος λαβώνει.

Και μακριά απο τις απολαύσεις και τις οδύνες,
μόνος ζήσε,Αλατρίστε, παρέα μ'αυτες μην κάνεις,
καθώς μόνο για σένα,αν πεθάνεις,θα πεθάνεις.

Σονέτο 1624 Σεβίλλη, Δον Φρανθισκο Δε Κεβέδο.

Αν δεν φοβάσαι να χάσεις ό,τι έχεις αποκτήσει,
ούτε θέλεις αυτό που δεν είναι δικό σου να γένει,
ελάχιστη σημασία πως έχει θα φανεί η Τύχη αν σ'ευνοήσει.

Αν ο πόνος του άλλου χαρά δε θα σου δώσει,
ούτε το καλό του κόσμου σε συγκινεί,
ο θάνατος χωρίς μασκαρέματα ασ φανεί,
στητό ανάστημα μπροστά του ας υψώσεις.

Κι εσυ πια μόνος, χωρίς τις αλυσίδες
με τις οποίες ο αιώνας τις καρδίες σκλαβώνει,
κρατήσου, Διέγο, ελέυθερος απ' όποιο πάθος λαβώνει.

Και μακριά απο τις απολαύσεις και τις οδύνες,
μόνος ζήσε,Αλατρίστε, παρέα μ'αυτες μην κάνεις,
καθώς μόνο για σένα,αν πεθάνεις,θα πεθάνεις.

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2008

Κάπου στην Μάνη

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2008

Great Duke Osuna


Δον Πέδρο Τελέζ Γκιρόν, 3ος Δούκας της Οσούνας,

(Οσούνα17 Δεκεμβρίου του 1574 -Μπαράχα, 24 Σεπτεμβρίου του 1624)) ήταν ισπανός ευγενής, πολιτικός, και μεγάλος στρατιωτικός, Κατείχε τους τίτλους ευγενείας του Δούκα της Οσούνας, Μαρκήσιος του Πεναφιέλ και Κόμης της Ουρένας, επίσης ήταν και ιππότης του τάγματος του ‘Χρυσόμαλλου Δέρατος’.

Γνωστός στην ιστορία ως Great Duke Osuna, Osuna Grande or Pedro the Great.
Ένας χαρισματικός άνδράς, που διετέλεσε κυβερνήτης της Σικελίας (1610-1616) και μετέπειτα αντιβασιλέας της Νάπολης (1616-1620) μια από τις πιο έντονες προσωπικότητες που έζησε την εποχή της βασιλείας του Φίλιππου του 3ου .
Πάρα τα πλούτη που του προσέφερε η θέση του, προτίμησε τα αιματοβαμμένα πεδία της Φλάνδρας και τις περιπέτειες. Πολέμησε γενναία στην Φλάνδρα προσπάθησε να εκσυγχρονίσει το ισπανικό ναυτικό και πολέμησε με πάθος τους Τούρκους και τους Βερβερίνους πειρατές στην Μεσόγειο. Δεν κατάφερε ποτέ όμως να νικήσει το διαφθαρμένο βασιλικό συμβούλιο και τον πρωθυπουργό της Ισπανίας, Δούκα Ολιβάρες. Ο οποίος τον καθαίρεσε από τα αξιώματα του και τον έστειλε να πεθάνει στη φυλακή.

Ο γνωστός ποιητής Francisco Gómez de Quevedo y Santibáñez Villegas ήταν φίλος, σύμβουλος και γραμματέας του Μεγάλου Δούκα. Είχε γράψει και την βιογραφία του που ποτέ δεν δημοσιεύτηκε με τίτλο ‘Τhe Sayings and facts of the Duke of Osuna in Flanders, Spain, Naples and Sicily’.

Βαφτίστηκε στην Οσούνα στης 18 Ιανουαρίου του 1575, ήταν γιός του Δον Χουάν Τελέζ Γκιρόν 2ου Δούκα και της Άννα Μαρία ντε Βελάσκο κόρη του κοντόσταβλου της Καστίλης.
Σύμφωνα με την πρώτη βιογραφία που δημοσιεύτηκε το 1699 στο Άμστερνταμ από τον Gregorio Leti που αποτελεί την βασική πηγή πληροφοριών για το Μεγάλο Δούκα, ο παππούς του 1ος Δούκας της Οσούνας όταν ανέλαβε καθήκοντα αντιβασιλέα στην Νάπολη (1582-1586) μετακόμισε μαζί του όλη η οικογένεια και ο εγγονός του. Ορφανός από μητέρα μεγάλωσε με την φροντίδα της δεύτερης γυναίκας του παππού του Donna Isabel of the Cave, όπου του στάθηκε κάτι παραπάνω από μητέρα.
Ως παιδαγωγό είχε τον γνωστό συγγραφέα και ανθρωπιστή τον Andrea Savone. Τον δίδαξε την Λατινική γλώσσα μέσα από τους ‘Διαλόγους’ που είχε γράψει ο Έρασμος. Παράλληλα ασκούνταν στα όπλα, την ιππασία και άλλες φυσικές ασκήσεις. Ο παππούς του επιθυμούσε να γίνει ένας σωστός αριστοκράτης όπου θα χειρίζεται το σπαθί και την πένα με την ίδια ευχέρεια.
‘Όταν επέστρεψε στην Ισπανία γνώριζε να μιλάει και να γράφει άπταιστα λατινικά και ιταλικά. Μετά από επιθυμία του παππού του πάλι πήγε να φοιτήσει στο γνωστό Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα όπου διδάχθηκε Ρητορική Φιλοσοφία και Πολιτικές Επιστήμες.
Το 1588 και σε ηλικία 14 ετών συμμετείχε στην επιτυχημένη εκστρατεία που πραγματοποιήθηκε εναντίων των ανταρτών της Αραγωνίας με επικεφαλή τον Don Íñigo de Mendoza.
Παρέμεινε στην Αραγωνία για αρκετό χρονικό διάστημα και διδάχθηκε από τον Alfonso Magara αρχιτεκτονική μηχανική και εκπαιδεύθηκε πάνω σε στρατιωτικά θέματα.
Στις 7 Φλεβάρη του 1594 παντρεύτηκε την Catalina Enriquez de Ribera, κόρη του Fernando Enriquez de Ribera, ΙΙ, Δούκας του Alcala, μία από τις πλουσιότερες και πλέον εξέχοντες οικογένειες τη Ανδαλουσίας, και εγγονή μέσω της μητέρας του διάσημου κονκισταδόρου Hernan Cortes.
Σχεδόν τον ίδιο χρόνο αποφάσισε να ταξιδέψει στην Πορτογαλία και να γνωρίσει την χώρα. Από την Πορτογαλία έστειλε αναφορές προς βασιλιά Φίλιππο ΙΙ με το τι τον εντυπωσίασε και τη οργανωτικές αλλαγές χρειάζεται η χώρα. Όταν επέστρεψε στην Ισπανία ο βασιλιάς Φίλιππος ΙΙ πέθανε, σχεδόν ταυτόχρονα πέθανε και ο πατέρας του. ΄Τότε κληρονόμησε όλους τους τίτλους και την πατρική γη του Οίκου της Οσούνας. Η περιουσία του ήταν τεράστια και ήταν ο δεύτερος πιο πλούσιος ευγενής της Ισπανίας με τα τον οίκο των Μεδίνα-Σιδώνα.
Συχνά απασχόλησε το Συμβούλιο του Κράτους και την δικαιοσύνη με τα αμέτρητα ερωτικά σκάνδαλα που αναμίχθηκε το ονομά του. Ήταν ένας αδιόρθωτος γυναικάς σχεδόν σε ολόκληρη τη ζωή του. Εκδιώχθηκε από το συμβούλιο για το λόγο αυτό, αργότερα με τα από νέα σκάνδαλα που συμμετείχε εκδιώχθηκε από την Σεβίλλη και φυλακίσθηκε στο Arevalo το 1600.
Κατάφερε να αποδράσει από την φυλακή με την βοήθεια του θείου του Fernandez de Velasco οπλονόμου της Καστίλης. Από εκεί φυγαδεύτηκε για τις επαναστατημένες Κάτω Χώρες. Την διαχείριση την περιουσία του την άφησε στην Donna Isabel of the Cave.
Το 1602 παρουσιάστηκε στους κυβερνήτες της Ολλανδίας τον Αρχιδούκα Alberto και την σύζυγο του infant Clear Isabel Eugenia κόρη του Φίλιππου ΙΙ.
Υ υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης στην πρώτη ίλη ιππικού υπό τις διαταγές του λοχαγού Ντιέγκο Ροντρίγκεζ. Αργότερα ανέλαβε αρχηγός του ιππικού με πολλές επιτυχίες.
Έμεινε στις Κάτω Χώρες για έξι ολόκληρα χρόνια. Σε όλες τις περιπτώσεις πολέμησε με υπέρμετρο θάρρος και αποφασιστικότητα εκτέθοντας τον εαυτό του άπειρους κινδύνους. Ποτέ δεν εξαίρεσε τον εαυτό του από οτιδήποτε κακουχία, πολεμούσε σαν απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή. Διέθεσε λεφτά για το στράτευμα από την προσωπική του περιουσία και ήταν ένας εξαίρετος ηγέτης. Οι στρατιώτες του στην κυριολεξία τον λάτρευαν.

συνεχίζετε

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008

Pirates of the Burning Sea

Αντε να Λύσουμε να Ξεκινήσουμε

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2008

Ζήσε σαν Πειρατής


Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2008

Δημοτικό τραγούδι 17ος αιώνας

«Ήλιε που βγαίνεις το πρωί σ' όλο τον κόσμο δούδεις,
σε όλο τον κόσμο ανάτειλε σ' όλη την οικουμένη,
στων Μπαρμπαρέσων τις αυλές ήλιε μην ανατείλεις.
Κι αν ανατείλεις ήλιε μου να γοργοβασιλέψεις,
γιατί έχουν σκλάβους όμορφους πολλά παραπονιάρους,
και θα γραθού οι γιαχτίδες σου 'πο των σκλαβώ τα δάκρυα...».

Σάββατο 9 Αυγούστου 2008

Παραδοσιακό της Μάνης-

Χένελλας(ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΕ ΠΑΛΑΙΟΜΑΝΙΑΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ)
Χη σάλασ' αντουρεύζεταϊ / Χένελλα , Χένελλας Κάι παλεύεϊ με του βράχους /Χούσιουτα , Χούσιουτας Έτσ' αντουρεύγουμαϊ τσάι 'γου /Χένελλα , Χένελλας Κάι παλεύου με του Βλάχους / Χούσιουτα , Χούσιουτας Κάι τα βουνά αντουρεύγοντάϊ /Χένελλα , Χένελλας Κάι παλεύου με τα ισόινια / Χούσιουτα , Χούσιουτας Έτσα τσάι 'γου με τους εχτρούς / Χένελλα , Χένελλας Σ' αντουρεύγουμάϊ αϊούϊνα / Χούσιουτα , Χούσιουτας Κάι η Τουϊρτσά έμ' πάτηζε /Χένελλα , Χένελλας Σ' ούλη τη Μάνης τα χουϊρά /Χούσιουτα , Χούσιουτας Τι άλλο καλό ε μάσαμε /Χένελλα , Χένελλας Πεϊό κάλ' απ' τη λευτεϊρά /Χούσιουτα , Χούσιουτας.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΕ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΚΥΡΙΑΚΟ ΚΑΣΣΗ) Η θάλασσα αντρειεύεται κι όλο παλεύει με τους βράχους έτσ' αντρειεύομαι κι εγώ κι όλο παλεύω με τους Βλάχους και τα βουνά αντρειεύονται κι όλο παλεύουν με τα χιόνια ετσά κι εγώ με τους οχτρούς θα αντρειεύομαι αιώνια και η Τουρκιά δεν πάτησε, σ' ούλη της Μάνης τα χωριά τί άλλο καλό δεν μάθαμε, πιο κάλιο από την λευτεριά.

Παρασκευή 25 Ιουλίου 2008

Μανιάτικο ρητό, 17ος αιωνας

"O Θεός νά σέ φυλάει από του Βενετσιάνου τή δίκη καί από του Τούρκου τό σπαθί." Mανιάτικο ρητό, 17ος αιώνας.

Η Πειρατεία στο Αιγαιο

Η πειρατεία στο Αιγαίο αποτέλεσε συνεχές ιστορικό φαινόμενο μέσα στους αιώνες που εξετάζουμε, με μεταβαλλόμενη ένταση και διαφορετική φύση κατά περιόδους. Η αναφορά, κατά συνέπεια, στο ιστορικό φαινόμενο της πειρατείας από το 13ο αιώνα ως περίπου και τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη, αλλά πρέπει να υπολογίζονται όλες οι εκφάνσεις του φαινομένου.
Πιο συγκεκριμένα, η επαρκής ανάλυση προϋποθέτει τη διάκριση της πειρατείας από το κούρσος, δηλαδή τη με συγκεκριμένους στόχους, ελεγχόμενη από μία κρατική εξουσία, κατευθυνόμενη πειρατεία. Επίσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η διάκριση ανάμεσα στην πειρατεία με καθαρά κερδοσκοπικά κίνητρα από εκείνη που γινόταν μέσα στο πλαίσιο ναυτικού διακρατικού ή ιερού πολέμου. Ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, η μεταπήδηση από τη μία μορφή πειρατείας στην άλλη ήταν ιδιαίτερα συνηθισμένη, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την έρευνα του φαινομένου. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που απλοί πειρατές μετατρέπονταν σε κουρσάρους μέσα στο πλαίσιο του ιερού πολέμου και στην υπηρεσία μιας κρατικής εξουσίας, όπως συνέβη, για παράδειγμα, με το Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Από την άλλη πλευρά, μορφές πειρατείας που γίνονταν στο όνομα της θρησκείας και του ιερού πολέμου εκτρέπονταν πολύ συχνά σε ληστρικές επιδρομές, ανεξάρτητα από τη θρησκεία των θυμάτων, όπως συνέβαινε στην περίπτωση των Ιωαννιτών ιπποτών.
Πρέπει ακόμη να γίνεται διάκριση ανάμεσα στην πειρατεία που προερχόταν από δυνάμεις που βρίσκονταν εκτός Αιγαίου (κυρίως από ευρωπαϊκά και βορειοαφρικανικά μουσουλμανικά κράτη), και από αυτή, μικρότερης κλίμακας, που προερχόταν από τους ντόπιους νησιωτικούς πληθυσμούς. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι οι δύο αυτές μορφές πειρατείας δεν αλληλοδιαπλέκονταν. Δεν ήταν λίγες οι φορές, ιδιαίτερα από το 17ο αιώνα και μετά, που ντόπιοι ναυτικοί υπηρετούσαν σε ευρωπαϊκούς πειρατικούς στόλους ή ακόμη λειτουργούσαν ως κουρσάροι ξένων ναυτικών δυνάμεων.
Επιπλέον διάκριση πρέπει να γίνεται και στις μορφές της πειρατείας, όσον αφορά τους στόχους της. Αν δηλαδή οι πειρατές ή κουρσάροι κούρσευαν μόνο πλοία ή λεηλατούσαν και παραθαλάσσιες περιοχές. Αν είχαν στόχο κυρίως την πώληση αιχμαλώτων ως δούλων ή αποκλειστικά εμπορεύσιμα αγαθά.
Δεν μπορούμε, τέλος, να παραβλέψουμε τις διαφορετικές οπτικές των ανθρώπων της εποχής. Σίγουρα οι απόψεις των πειρατών για τις ενέργειές τους ήταν διαφορετικές από αυτές των θυμάτων τους ή του κράτους το οποίο ζημίωναν. Αν ο Μοροζίνι για τους Βενετούς ήταν ήρωας, για τους Οθωμανούς δεν ήταν παρά ένας πειρατής, ενώ το αντίστροφο ίσχυε για τον Μπαρμπαρόσα. Ακόμη, διαφορετικές θα ήταν οι αντιλήψεις για την πειρατική δράση των κοινοτήτων που έπεφταν θύματα των πειρατών από τις αντιλήψεις των κοινοτήτων που είτε ασκούσαν πειρατεία είτε ωφελούνταν οικονομικά από αυτή.
Οι παραπάνω παράμετροι, καθώς και αρκετές άλλες, με την πολυπλοκότητα και την αλληλοεπικάλυψή τους, διαμορφώνουν το διαχρονικό φαινόμενο της πειρατείας στο Αρχιπέλαγος, με τις διάφορες εκφάνσεις του κατά περιόδους.
2. Το γεωγραφικό, πολιτικό και οικονομικό υπόβαθρο της πειρατείας στο Αιγαίο
Πέρα από τις διάφορες μορφές του φαινομένου της πειρατείας, πρέπει να αναφερθούμε και σε κάποιους συγκεκριμένους παράγοντες οι οποίοι αποτέλεσαν είτε το υπόβαθρο που ευνόησε την εκδήλωση της πειρατικής δράσης είτε τα ίδια τα αίτια που οδήγησαν σε αυτή.
Ένας πρώτος παράγοντας είναι η γεωγραφική θέση του Αιγαίου μέσα στον ευρύτερο χώρο της Μεσογείου, όπως επίσης και η ιδιαίτερη γεωμορφολογία του Αρχιπελάγους.
Πιο συγκεκριμένα, το Αιγαίο σε όλη αυτή τη χρονική περίοδο βρισκόταν πάνω στους τρεις βασικούς εμπορικούς άξονες που ένωναν τη Δύση με την Ανατολή και, κατ’ επέκταση, με τους δρόμους του μεταξιού και των μπαχαρικών. Έτσι, το Αιγαίο αποτελούσε μέρος του άξονα από τα λιμάνια της Δύσης προς την Κωνσταντινούπολη και από εκεί στη διαδρομή του μεταξιού προς την Κίνα. Επιπλέον, το νότιο Αιγαίο ήταν πάνω στον άξονα από την Ευρώπη προς τη Συρία και τους Αγίους Τόπους, όπου βρισκόταν η εναλλακτική αφετηρία του δρόμου του μεταξιού. Τέλος, το νοτιοανατολικό Αιγαίο, και συγκεκριμένα τα Δωδεκάνησα, αποτελούσαν τον κόμβο που συνέδεε την πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με το λιμάνι της Αλεξάνδρειας, σταθμό του εμπορίου των μπαχαρικών, ίσως του πιο επικερδούς εμπορίου για μεγάλες χρονικές περιόδους.
Αυτοί οι εμπορικοί άξονες, καθ’ όλη την περίοδο που εξετάζουμε, δεν έχασαν ουσιαστικά την αξία τους παρά την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου και των εναλλακτικών διαδρομών προς τις Ινδίες, στα τέλη του 15ου αιώνα. Ήταν λοιπόν επόμενο το Αιγαίο να αποτελεί, ως μέρος της Ανατολικής Μεσογείου, πεδίο σύγκρουσης των μεγάλων ναυτικών και εμπορικών δυνάμεων. Ακριβώς αυτή η πολεμική σύγκρουση, κυρίως της οθωμανικής εξουσίας με τα δυτικά κράτη για τον έλεγχο των εμπορικών αξόνων, η οποία ήταν σχεδόν ακατάπαυστη, ευνόησε την εκδήλωση της πειρατείας με διάφορες μορφές. Αυτή η σύγκρουση όμως δε σημαίνει ότι αποκλειόταν το εμπόριο της Δύσης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι εμπορικές συμφωνίες, γνωστές ως διομολογήσεις, που ξεκίνησαν από το 16ο αιώνα, με πρώτη αυτή με τη Γαλλία, φανέρωναν τη διάθεση των Οθωμανών για την ανάπτυξη του εμπορίου. Οι Οθωμανοί φρόντιζαν να συνάπτουν εμπορικές συμφωνίες ακόμη και με τη μεγαλύτερη αντίπαλό τους, τη Βενετία, έπειτα από κάθε πολεμική σύγκρουση μαζί της.
Και η ιδιαίτερη μορφολογία του Αιγαίου όμως, σε συνδυασμό με τους τρόπους ναυσιπλοΐας της εποχής, ευνόησε τη δράση πειρατών και κουρσάρων, ντόπιων και ξένων. Χάρη στην πληθώρα μικρών φυσικών λιμανιών και ορμίσκων, οι πειρατές είχαν τη δυνατότητα πρόσβασης σε κρησφύγετα, εναλλακτικά αραξοβόλια και παζάρια, μακριά από οποιαδήποτε κρατική εποπτεία. Παράλληλα, η ναυτική τεχνολογία της εποχής, σε συνδυασμό με τα πολλά νησιά, τις βραχονησίδες και τα ρεύματα στη θάλασσα του Αιγαίου, δημιουργούσε αναπόφευκτες ναυτικές διαδρομές μέσα από τα νησιά, καθιστώντας τα εμπορικά πλοία ευάλωτα σε πειρατικές επιδρομές, ακόμη και από τη στεριά, όπως συνέβαινε με την περίπτωση της Μάνης.
Παράλληλα με το γεωγραφικό υπόβαθρο, το πλαίσιο λειτουργίας της πειρατείας διαμορφώθηκε και από τις οικονομικές συνθήκες της εποχής. Ήδη από το 16ο αιώνα η άνοδος του εμπορικού καπιταλισμού στην Ευρώπη δε θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη την Οθωμανική Αυτοκρατορία και κατά συνέπεια το Αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Η συνεχής ανάπτυξη του ναυτικού εμπορίου στην Ανατολική Μεσόγειο, παρά τις όποιες διακυμάνσεις λόγω των ιστορικών συγκυριών, διαμόρφωσε μια ακατάπαυστη ναυτική εμπορική κίνηση στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο. Η λειτουργία του εμπορίου όμως ήταν άμεσα συνυφασμένη με την πειρατεία και το κούρσος ως προέκταση της οικονομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με τον F. Braudel, η πειρατεία, κατά τη νοοτροπία της εποχής, λειτουργούσε ως μια καταναγκαστική μορφή ανταλλαγής.Από την άλλη πλευρά, πρέπει να σημειωθεί ότι η ναυτιλία –και ιδίως η πειρατεία– αποτελούσε κυρίως για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μια οικονομική δραστηριότητα που δε συναντούσε σημαντικούς οικονομικούς και κοινωνικούς περιορισμούς, όπως συνέβαινε με άλλες οικονομικές δραστηριότητες, μέσα στο πλαίσιο του οθωμανικού κράτους. Με αυτό τον τρόπο η πειρατεία και το κούρσος, ή έστω η έμμεση εμπλοκή με την πειρατεία, αποτελούσαν τη μοναδική –πιθανόν– διέξοδο για τα φτωχά σε υλικούς πόρους αιγαιοπελαγίτικα νησιά.Τέλος, πρέπει να σημειωθεί και η πολιτική παράμετρος, με την ευρύτερη έννοια του όρου, που διαμόρφωσε και προκάλεσε σε μεγάλο βαθμό την εκδήλωση των διάφορων πειρατικών δραστηριοτήτων. Και αυτή η παράμετρος είναι κυρίως η έλλειψη ικανής κρατικής εποπτείας της θάλασσας του Αιγαίου. Μία βασική αιτία ήταν, όπως προαναφέρθηκε, το πολεμικό κλίμα, το οποίο επικρατούσε για μεγάλο διάστημα στο Αιγαίο. Οι ναυτικοί πόλεμοι, και κυρίως οι επαναλαμβανόμενοι για δύο περίπου αιώνες Βενετο-οθωμανικοί, οδήγησαν τις αντιμαχόμενες πλευρές στη χρήση πειρατών και κουρσάρων ως μια εναλλακτική και ανεπίσημη μορφή πολέμου.
Η οθωμανική κυριαρχία επεκτάθηκε και σταθεροποιήθηκε στο Αιγαίο ήδη από τα μέσα του 16ου αιώνα. Ο κρατικός έλεγχος ωστόσο ήταν ελλιπής, είτε εξαιτίας της ανεπάρκειας της Πύλης είτε λόγω της έλλειψης κρατικής βούλησης για έναν τέτοιο έλεγχο. Η οθωμανική εξουσία λειτουργώντας αποκεντρωτικά –πολιτική που αποτελούσε και ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της– προτιμούσε να οχυρώνει μόνο τις πιο σημαντικές θέσεις στο Αιγαίο και να δίνει μεγάλα περιθώρια αυτονομίας στις ντόπιες κοινότητες. Αρκούνταν στην ετήσια συλλογή φόρων και στην περιστασιακή καταδίωξη πειρατικών στολίσκων. Αυτή η τακτική είχε αποτέλεσμα, ακόμη και ύστερα από την κατάληψη των περισσότερων προγεφυρωμάτων των Δυτικών στο Αρχιπέλαγος, να παρέχεται η δυνατότητα εύκολης πρόσβασης στο Αιγαίο στους πειρατές και τους κουρσάρους από τη Δύση, ενώ ταυτόχρονα ευνοήθηκε η ντόπια πειρατεία. Με αυτό τον τρόπο, παράλληλα με το δίκτυο της οθωμανικής εξουσίας και το επίσημο εμπόριο, λειτουργούσε και το πειρατικό δίκτυο, αναπτύσσοντας ιδιαίτερες σχέσεις με κάποιες τοπικές κοινότητες, οι οποίες ουσιαστικά στήριζαν την επιβίωσή τους στην άμεση ή έμμεση εμπλοκή τους με την πειρατεία.
3. Το φαινόμενο της πειρατείας μέσα στο ιστορικό του πλαίσιοΑπό τις αρχές του 13ου αιώνα ξεκινά η κατάληψη νησιών και παραθαλάσσιων περιοχών του Αιγαίου πελάγους από τους Δυτικούς και κυρίως τους Βενετούς. Το 15ο αιώνα το σύνολο σχεδόν των Κυκλάδων ανήκει στη Βενετία, αποτελώντας το επονομαζόμενο Δουκάτο της Νάξου. Τα νησιά Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Λήμνος, Χίος, Σάμος, Ικαρία ζουν κάτω από το ιδιόμορφο καθεστώς των γενοβέζικων εμπορικών εταιρειών. Το μεγαλύτερο μέρος των Δωδεκανήσων ανήκει στους Ιωαννίτες ιππότες με έδρα τη Ρόδο. Από εκεί εξαπολύουν πειρατικές επιδρομές εναντίον των μουσουλμάνων, ως συνέχεια των Σταυροφοριών. Παρ’ όλα αυτά, την εποχή αυτή η πειρατεία ασκείται κυρίως από μουσουλμάνους πειρατές, που συνδέονται με τους πασάδες της Μικράς Ασίας.
Σε αντίθεση με τους Βυζαντινούς, οι Λατίνοι προσανατολίζουν τη ζωή των νησιών προς τη θάλασσα. Οι οικισμοί εγκαταλείπουν τις παλιές ορεινές τους θέσεις και συνδέονται με το θαλάσσιο δίκτυο. Οι νέοι κυρίαρχοι οχυρώνουν και προστατεύουν τα λιμάνια και τις σκάλες, κυρίως αυτές που βρίσκονται πάνω στους βασικούς άξονες των εμπορικών διαδρομών.
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 οι Οθωμανοί περνούν στην επίθεση στο Αιγαίο. Από τις αρχές του 16ου αιώνα και ως το 1537, το Αιγαίο υποφέρει από τις λεηλασίες του Μπαρμπαρόσα, Βορειοαφρικανού μουσουλμάνου πειρατή ελληνικής καταγωγής, που είχε μπει στην υπηρεσία του Σουλτάνου. Λεηλατεί περίπου 80 παραθαλάσσιες πόλεις και μεταφέρει στα σκλαβοπάζαρα γύρω στους 30.000 ανθρώπους. Νησιά όπως η Αίγινα, τα Ψαρά, η Κύθνος, η Ικαρία και η Σάμος δέχονται τεράστια δημογραφικά πλήγματα. Μετά το 1537, όταν δηλαδή καταλαμβάνεται και το Δουκάτο της Νάξου, αρχίζουν οι προσπάθειες επανεποικισμού από την Πύλη. Με αυτή τη νίκη το Αιγαίο γίνεται τουρκική λίμνη και, ως τη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, η πειρατεία είναι σαφώς ηπιότερη και πιο ελεγχόμενη.
Με την ήττα του τουρκικού στόλου από τους συνασπισμένους χριστιανικούς πληθυσμούς το 1571 αλλάζει πάλι το σκηνικό στο Αιγαίο. Ο οθωμανικός στόλος για προληπτικούς λόγους αποσύρεται στα Δαρδανέλια, ενώ χριστιανοί πειρατές κάνουν την εμφάνισή τους στην περιοχή, ασκώντας πειρατεία παράλληλα με μουσουλμάνους, Βορειοαφρικανούς και Οθωμανούς πειρατές. Οι χριστιανοί πειρατές βρίσκονται συνήθως στην υπηρεσία του Πάπα, των Ισπανών και των Μεδίκων. Παρά την έντονη πειρατική δράση στα 30 χρόνια που ακολουθούν ως τις αρχές του 17ου, ξεκινούν πιο συστηματικά ο επανεποικισμός, με πρωτοβουλία κατά κύριο λόγο της Πύλης, από χριστιανικούς πληθυσμούς, ελληνικούς και αλβανικούς, καθώς και η οικιστική ανοικοδόμηση στο Αιγαίο.
Ο 17ος αιώνας χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη βενετοοθωμανική σύγκρουση, με επίκεντρο πλέον το νησί της Κρήτης. Στο πλαίσιο των Βενετοοθωμανικών πολέμων, πολλοί πειρατές, ανάμεσά τους και ντόπιοι νησιώτες, χρησιμοποιούνται εκατέρωθεν ως ένας διαφορετικός τρόπος ναυτικού πολέμου. Στον αιώνα αυτό τρεις κυριαρχίες λειτουργούν παράλληλα και ανταγωνιστικά στο Αιγαίο: των Οθωμανών, των Βενετών και των πειρατών. Αυτή η ρευστή κατάσταση διαμορφώνει ένα πλαίσιο αυτονομίας για τα νησιά του Αιγαίου. Αναπτύσσεται ένα διανησιωτικό πλέγμα επικοινωνίας και εμπορικής κίνησης, που συνυφαίνεται με την πειρατεία.
Με την οριστική λήξη των Βενετοοθωμανικών πολέμων το 1699 με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς, αρχίζει και η οικονομική και οικιστική ανάπτυξη του Αιγαίου. Η πειρατεία εξακολουθεί να υφίσταται, φαίνεται όμως να έχει ενταχθεί σε μεγάλο βαθμό στην οικονομική και κοινωνική πρακτική και νοοτροπία των αιγαιοπελαγίτικων κοινοτήτων. Οι κοινότητες των νησιών και των παραθαλάσσιων περιοχών, αν δεν ασκούν οι ίδιες πειρατεία, συνεργάζονται με πειρατές, λειτουργούν ως πειρατικά καταφύγια ή ως διαμετακομιστικά κέντρα για τους πειρατές και τους κουρσάρους.
Το 18ο αιώνα αντικείμενο πειρατείας των χριστιανικών δυνάμεων, με πρωτοστάτη την Αγγλία, δεν είναι πλέον οι μουσουλμάνοι, αλλά τα γαλλικά εμπορικά πλοία, τα οποία κυριαρχούν στο εμπόριο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Για αυτό το σκοπό χρησιμοποιούνται και ντόπιοι νησιώτες ως κουρσάροι. Παράλληλα, και η ίδια η φύση της πειρατείας αλλάζει στις αρχές του 18ου αιώνα. Στόχος πλέον είναι κατά κύριο λόγο τα πλοία εν κινήσει και τα εμπορεύματά τους και όχι οι άνθρωποι με προορισμό την υποδούλωση. Βασικό ρόλο σε αυτό φαίνεται να έπαιξε η διάδοση του ιστιοφόρου, γεγονός που ανέκοψε τη ζήτηση για κωπηλάτες στις γαλέρες.
Από τις αρχές του 18ου αιώνα αναπτύσσεται στις νέες αυτές συνθήκες μια νέα εμπορική και ναυτική τάξη στις αιγαιοπελαγίτικες κοινότητες, η οποία αναλαμβάνει και τον πολιτικό έλεγχο των κοινοτήτων μέσα στο πλαίσιο της αυτοδιοίκησης. Η εμπορική αυτή τάξη λειτουργεί στα όρια μεταξύ του εμπορίου και της πειρατείας. Εκμεταλλεύεται τις ρωσοοθωμανικές και αγγλογαλλικές συγκρούσεις στα τέλη του 18ου αιώνα και με την εμπορική και πειρατική της ιδιότητα μονοπωλεί σχεδόν την εμπορική κίνηση του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου ως το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων το 1815.
4. Συνέπειες της πειρατικής δραστηριότητας στη διαμόρφωση της ζωής των κοινοτήτων του ΑιγαίουΗ δράση των πειρατών και των κουρσάρων στο Αρχιπέλαγος δεν μπορεί να ιδωθεί μόνο ως αποτέλεσμα των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν σε όλη τη διάρκεια που εξετάζουμε, αλλά και ως μια σημαντική δυναμική που διαμόρφωσε την οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ταυτότητα των αιγαιοπελαγίτικων κοινοτήτων.
Μια συνηθισμένη οπτική για την πειρατεία είναι αυτή της λεηλασίας, του εξανδραποδισμού και της ερήμωσης των οικισμών του Αιγαίου, ακόμη και ολόκληρων νησιών. Αυτή η αντίληψη μπορεί ως ένα βαθμό να θεωρηθεί σωστή, είναι όμως σίγουρα ανεπαρκής και μπορεί να λειτουργήσει παραπλανητικά. Πράγματι κατά καιρούς, όπως στην περίπτωση του Βορειοαφρικανού πειρατή Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, ολόκληρες πόλεις και νησιά λεηλατήθηκαν και ερημώθηκαν. Από την άλλη όμως θα ήταν υπερβολικό να θεωρήσουμε ότι αυτή η κατάσταση επικρατούσε σε ολόκληρο το Αιγαίο με την ίδια ένταση σε όλη την εξεταζόμενη χρονική περίοδο. Μια τέτοια καταστροφική τακτική θα ήταν αδύνατο να εφαρμόζεται συνεχώς λόγω των περιορισμένων πόρων και των μικρών σχετικά πληθυσμών των περισσότερων νησιωτικών περιοχών. Επίσης, είναι αμφισβητήσιμο το κατά πόσο νησιά με μεγάλη ενδοχώρα θα μπορούσαν να ερημωθούν ολοκληρωτικά, όπως υποστηρίζουν διάφορες πηγές.
Η πραγματικότητα είναι πολυδιάστατη. Οι κοινότητες του Αιγαίου, μετά τον επαναπροσανατολισμό τους κατά το 14ο αιώνα προς τη θάλασσα, δε φαίνεται, παρά τις πειρατικές επιδρομές, να απομακρύνονται από αυτή. Σε μακροϊστορικό επίπεδο, παρά τις όποιες ερημώσεις, τουλάχιστον οι σημαντικές οχυρές θέσεις στο Αιγαίο που έλεγχαν τα περάσματα παρέμεναν στραμμένες προς τη ναυτική δραστηριότητα. Αυτή φαίνεται να είναι και η γενικότερη τάση όσων οικισμών επανεποικίζονταν, σύμφωνα με την πολιτική της Πύλης.
Σε οικονομικό επίπεδο, πολλά νησιά και παραθαλάσσιες περιοχές φαίνεται ότι στήριξαν την επιβίωσή τους στην πειρατεία ή στην ειδική σχέση που είχαν με αυτή. Νησιά όπως η Μήλος, η Κίμωλος και η Μύκονος λειτουργούσαν ως αραξοβόλια πειρατών και ως εμπορικοί σταθμοί της λείας τους. Μακροπρόθεσμα η πειρατεία και το κούρσος εντάχθηκαν ως εξωοικονομικός παράγοντας στη ναυτιλιακή δραστηριότητα των νησιών. Λειτούργησαν ως ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους συσσώρευσης κεφαλαίου, το οποίο επενδυόταν στις παράλληλες εμπορικές δραστηριότητες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της εξέλιξης ήταν η Ύδρα, οι Σπέτσες και τα Ψαρά. Έτσι παρατηρούμε, ήδη από το 17ο αιώνα, τη διαμόρφωση ενός εκτεταμένου διανησιωτικού εμπορικού δικτύου, το οποίο από τις αρχές του 18ου αιώνα επεκτεινόταν και εκτός Αιγαίου. Το αποτέλεσμα ήταν η εμπορική αστική τάξη των Αιγαιοπελαγίτικων κοινοτήτων να ελέγχει τα ¾ της εμπορικής κίνησης στην Ανατολική Μεσόγειο μετά τις ρωσοοθωμανικές συνθήκες του β΄ μισού του 18ου αιώνα και ως το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων.
Αυτή η οικονομική ελίτ θα αναλάβει και την πολιτική διοίκηση των κοινοτήτων μέσα στο πλαίσιο της εκτεταμένης αυτοδιοίκησης και της χαλαρής κρατικής εποπτείας. Το πειρατικό δίκτυο, ιδιαίτερα από το 18οαιώνα, αναπτύσσεται παράλληλα με τα εμπορικά δίκτυα των ευρωπαϊκών στόλων και το διοικητικό δίκτυο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή η πραγματικότητα όμως ενισχύει την οικονομική, πολιτική και πολιτισμική ενότητα του χώρου του Αιγαίου, η οποία λειτουργεί σε παραλληλία ή σε αντίθεση με τις κρατικές κυριαρχίες. Η ενότητα αυτή γίνεται αντιληπτή και από τις ίδιες τις κοινότητες και ιδιαίτερα από τις ιθύνουσες εμπορικές τάξεις.
Συνοψίζοντας λοιπόν, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι, παρά τις καταστροφές που υπέφεραν οι κοινότητες του Αιγαίου εξαιτίας της πειρατείας, μακροπρόθεσμα το φαινόμενο αυτό, συμβάλλοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση μιας αυτόνομης και ισχυρής ταυτότητας, εξασφάλισε ένα πραγματικό επίπεδο ευημερίας. Επηρέασε όλες τις πτυχές της ιστορικής πορείας των αιγαιοπελαγίτικων κοινοτήτων, από την οικονομική ανάπτυξη και την πολιτική διοίκηση ως την αρχιτεκτονική και τα πολιτισμικά πρότυπα. Οι οικονομικές και κοινωνικές ελίτ που θα αναδυθούν μέσα από τις κοινότητες αυτές θα παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821, χάρη στη συσσώρευση πλούτου και στην απόκτηση πολεμικής εμπειρίας.

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2008

Η Μανιατισσα


Γυναίκα λεβεντόκορμη – μελαχροινή σταράτη,περήφανη και λυγερή φιλότιμο γεμάτη
Με μάτια π’ αστραποβολούν με χείλη που χορταίνουν,με φυλλοκάρδια π’ αγαπούν με χέρια που δουλεύουν,
Με περηφάνια, με τιμή, με δόξα ζυμωμένηκι’ αντάμα με τη λευτεριά λεβεντογεννημένη.
Αυτ’ είναι η Μανιάτισσα που κατοικεί στη Μάνη,και νίκησε τον Ιμπραήμ με όπλο το δρεπάνι!

ΟΙ ΚΟΥΡΣΑΡΟΙ ΤΟΥ ΟΙΤΙΛΟΥ

Για κούρσο ετοιμάζομαι, ρε μάνα για να πάω,τον κίνδυνο μοιράζομαι, δεν έχω τι να φάω.
Η φτώχεια με κατάντησε, τα πλοία να κουρσεύω,να περπατώ στα κύματα, εχθρούς μου να μαγεύω.
Αφήνω την σπηλιάκα μου, και την αητοφωλιά μου,μαζί με τα συντρόφια μου, και την αρματωσιά μου.
Ξανοίγομαι στα πέλαγα, στης βάρκας μου το χάδι,και σαν γυρνώ στο Βοίτυλο, την κουβαλά καράβι.
Ανθρώπους δεν σκοτώνουμε, πεθαίνουν απ’ τον τρόμο,άλλοι βουτούν στην θάλασσα ανοίγοντας τον δρόμο.
Και το καράβι παρατούν, στα χέρια τα δικά μας,και ’μεις ανοίγουμε πανιά, να πάμε στην σπηλιά μας.
Την κουρελού να στρώσουμε, και φως με την λυχνάρα,τον κούρσο να μοιράσουμε, χωρίς φωνή κι αντάρα.
Η φτώχεια τους κατάντησε, τα πλοία να κουρσεύουν,ολημερίς στα πέλαγα, τον κούρσο τους γυρεύουν.
Αν τύχη και με πάρουνε τα όπλα των εχτρών μου,στο Βοίτυλο μη κλάψουνε, στους πύργους των δικών μου.
Από μικροί ’μεις μάθαμε, θάνατο ν’ αψηφάμε,και μες την μάνα θάλασσα, να ζήσουμε ζητάμε.
Εκεί θ’ αφήσω την πνοή, που μου ’δωσε η φύση.και το ταλαίπωρο κορμί, τα ψάρια θα ταΐσει.

Η Μάνη τον 17ο αιωνα


Παρόλες τίς αποτυχίες (16ος αι.) των Ελλήνων γιά απαλλαγή από τήν οθωμανική κυριαρχία, παρατηρήθηκαν, στίς πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, νέες επαναστατικές ζυμώσεις, νέες συνομωσίες καί νέες εξεγέρσεις. Διασώζονται πολλές επιστολές οι οποίες απευθύνονταν κυρίως πρός τούς Ισπανούς, τόν πάπα αλλά καί άλλους Ευρωπαίους ηγεμόνες, μέ τίς οποίες οι υπόδουλοι Ρωμιοί καλούσαν γιά βοήθεια τούς "αδελφούς χριστιανούς". Από τήν Κύπρο ιδιαίτερα, επανειλημμένα ταξίδεψαν απεσταλμένοι πρός τήν Ισπανία αλλά καί πρός τόν οίκο της Σαβοΐας, γιά νά παρακινήσουν τούς ηγεμόνες νά στείλουν στρατό καί πλοία καί νά καταλάβουν τη Μεγαλόνησο. Οι ηγεμόνες της Σαβοΐας θεωρούσαν τούς εαυτούς τους κληρονόμους του βασιλείου της Κύπρου, τό οποίο κατείχε τόν 15ο αιώνα ο Κάρολος Α' δούκας της Σαβοΐας, καί μάλιστα είχαν προσπαθήσει νά νοικιάσουν τήν Κύπρο από τό σουλτάνο, έναντι ετήσιας φορολογικής αποζημίωσης. Ο Πέτρος Γουνέμης, διερμηνέας του πασά της Κύπρου, έγραψε τήν ακόλουθη επιστολή πρός τόν δούκα της Σαβοΐας (Οκτώβριος 1608):
"Υψηλότατε δούξ της Σαβοΐας. Γνωρίζων τό φιλελεύθερον φρόνημα των Χριστιανών της νήσου Κύπρου, αφωσιωμένων εις τήν υμετέραν υψηλότητα, ως αρχαίον κυρίαρχον του ληχθέντος βασιλείου, ήδη όμως ευρισκομένων υπό τήν τυραννίαν των κυνών τούτων Τούρκων, καθικετεύω υμάς νά συνεννοηθήτε μετά της Α. Μεγαλειότητος του βασιλεώς της Ισπανίας Φιλίππου Γ', εις έκδοσιν διαταγών καί βοηθειών πρός απελευθέρωσιν των πτωχών τούτων Χριστιανών από της δουλείας του τυράννου, διότι είναι μεγάλη αμαρτία τοιούτον βασίλειον να ευρίσκηται εις χείρας των Τούρκων..."
Μετά τήν εξέγερση του οπλαρχηγού Βίκτορα Ζεμπετού, ακολούθησαν καί άλλες επιστολές μέ τούς ίδιους αποδέκτες καί μία μάλιστα επιστολή (1609) υπογράφεται από τόν Χριστόδουλο αρχιεπίσκοπο Κύπρου καί από τούς επισκόπους Λεμεσού, Αμμοχώστου, Πάφου, Κυρήνης, Λευκάργων, Λάρνακος καί Αμαθούντος: "...παρακαλούμε τήν υψηλότητα σου νά δώση ορδινίαν καί βοήθειαν νά ελευθερώση ετούτον τόν τόπον από τά χέρια των τυράννων πού παίρνουν τά παιδιά μας από τάς αγκάλας μας..." Οι ηγεμόνες της Σαβοΐας ουδέποτε τόλμησαν νά αποστείλουν βοήθεια πρός τό νησί της Αφροδίτης, ενώ αλλαζονικά σκεφτόμενοι πρόσθεταν στόν τίτλο τους καί τό "Βασίλειον της Κύπρου", σέ όλη τή διάρκεια του 17ου αιώνα. Αντίστοιχη αλληλογραφία πρός τούς Λατίνους, μέ αυτή των Κυπρίων, ήταν καί των Μανιατών, οι οποίοι καί στίς αρχές του 17ου αιώνα διατηρούσαν τήν αυτονομία τους, ενώ τά λιμάνια τους ήταν στή διάθεση των στόλων των Ισπανών αντιβασιλέων της Νεάπολης (Napoli) καί της Σικελίας, καθώς καί των ιπποτών της Μάλτας. Μάλιστα ο Αρσλάν πασάς, αφού απέτυχε μέ τή βοήθεια του προσκυνημένου Τσιγάλα, νά νικήσει τούς Μανιάτες, φοβούμενος τήν οργή του σουλτάνου, του δήλωσε ότι πέτυχε νά υποτάξει τή Μάνη καί νά τή θέσει υπό τό καθεστώς φορολογικής υποτέλειας.

Εκείνο τόν καιρό ένας τοπικός Γάλλος ηγεμόνας, ο Κάρολος Γονζάγα δούκας του Νεβέρ, διέτρεχε τήν Ευρώπη, σέ μία προσπάθεια νά πείσει τούς Φράγκους ηγέτες νά του αναθέσουν τήν αρχηγία εκστρατείας μέ σκοπό τήν απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης. Ο δούκας του Νεβέρ, ήταν απόγονος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου (1282-1328) από έβδομη γενιά, καί διεκδικούσε τόν βυζαντινό θρόνο. Ολόκληρο τό αρχείο μέ τήν αλληλογραφία τού δούκα τό διέσωσε ο Γάλλος ιστορικός Bucher, καί αυτό περιλαμβάνει πολύτιμες πληροφορίες όχι μόνο γιά τή δράση των Μανιατών, αλλά καί γιά τά ήθη καί έθιμά τους, κατά τή διάρκεια της εποχής εκείνης. Ο δούκας του Νεβέρ είχε συνομιλίες γιά τό ζήτημα της οργάνωσης σταυροφορίας μέ τόν δούκα της Τοσκάνης Κόσιμο Β', τόν αυτοκράτορα της Γερμανίας Ματθία, τόν πάπα Παύλο Ε', τόν βασιλιά της Δανίας Χριστιανό Δ', τόν βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΓ', τή βασιλομήτορα Μαρία των Μεδίκων, τόν δόγη της Βενετίας καί κυρίως μέ τόν πανίσχυρο βασιλέα της Ισπανίας, Φίλιππο Γ΄. Πρόσφορο έδαφος γιά τήν απόβαση στρατιωτών ήταν τότε μόνο η ελεύθερη Μάνη, η οποία διέθετε ετοιμοπόλεμο στρατό μέ άσβεστο το μίσος κατά του κατακτητή. Διασώζονται λοιπόν στό πολύτιμο αρχείο του δούκα, εκτός των άλλων καί οι επιστολές πού αντάλλαξε μέ τόν μητροπολίτη Λακεδαιμονίας Χρύσανθο Λάσκαρι καί μέ τόν επίσκοπο Μαΐνης Νεόφυτο. Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα τέτοιας επιστολής, διορθωμένο από τό πλήθος των ανορθογραφιών καί των συντακτικών λαθών (Οκτώβριος 1612):
"Εντιμώτατε, ενδοξώτατε κουμπάρε σινιόρ Τζούαν, Καβαλιέρ Φράτζης καί Μάλτης, δέομαι του παναγάθου Θεού ίνα σέ εύρη η γραφή μας καλά καί ταχέον, μή βραδύνεις, διά τό όνομα του Χριστού καί τώρα θέλω νά σέ ιδώ αν είσαι Χριστιανός καί φίλος....Ο Θεός θέλει ευλογήσει τό έργο σου ως καταγομένου από τού οίκου των Παλαιολόγων, τελευταίων καί νομίμων αυτών Χριστιανών βασιλέων...ΝΕΟΦΥΤΟC TAΠHNOC ΕΠHΣΚΟΠΟC MANIHC"
Ο ακούραστος δούκας ταξίδεψε καί σέ πολλές τουρκοκρατούμενες περιοχές όπως Σερβία, Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Αλβανία καί Βοσνία όπου συναντήθηκε μυστικά μέ ντόπιους συνομώτες. Τό 1615 απέστειλλε στόν βασιλέα της Ισπανίας Φίλιππο Γ' λεπτομερές υπόμνημα, στό οποίο εκθέτει τή συμφωνία αυτού καί των Μανιατών, σέ περίπτωση πού η Μάνη αποκτούσε τήν ανεξαρτησία της:
"Υπόσχονται οι κάτοικοι του βραχίονος της Μάνης, Οιτύλου, Γυθείου καί Καλαμάτας εν πλήρει ενώσει νά υποστηρίξωσι τήν κάθοδον εις τήν χώραν των της Αυτού Εξοχότητος μέ δέκα χιλιάδας άνδρας ωπλισμένους καί διατρεφομένους δι'εξόδων των, εφ'όσον ο πόλεμος του Μωρέως διαρκέση. Αμα τη ειδοποιήσει της χριστιανικής στρατιάς θά διανείμωσι τούς άνδρας των εις τρίς στρατεύματα, τό έν διά νά κυριεύση τήν Κορώνην, τό άλλο τόν Μυστράν ή Λακεδαιμονίαν καί τό τρίτον διά νά καταστήση ισχυράν τήν θέσιν επί του λιμένος του Πορτοκάγιο....Κατόπιν αυτών, πάντες οι κυριώτεροι αρχηγοί των Ελληνικών οικογενειών μέ τούς οπαδούς των καί τάς φυλάς των καί μέ τούς αναγκαστικώς εξ αυτών γενομένους γενίτσαρους Τούρκους [εννοεί τούς αρματολούς], υπόσχονται μέ τούς υπογεγραμμένους εις τά άρθρα επισκόπους καί πρωτοπαπάδες νά είναι έτοιμοι εις τά συνθήματα τά οποία θέλουν τους δοθή εις τήν χώραν της Μάνης τά ακόλουθα: νά κόψουν τόν λάρυγγα των Τούρκων, νά λάβουν τά όπλα των καί τούς ίππους των διά νά ευρεθώσι ταχέως εκεί όπου παραστή πολεμική ανάγκη. Επιπλέον υπόσχονται ότι θά προμηθεύσωσιν 60 χιλιάδας άνδρας αόπλους οίτινες θά μεταβωσι όπου διαταχθώσι αφού ορκισθώσιν επισήμως επί του ιερού ευαγγελίου.Ο δούκας του Νεβέρ υποσχέθηκε σέ αυτούς τά κάτωθι:α. Η αίτησις των όπως επιτραπή εις αυτούς νά ζώσιν εν ελευθερία συνειδήσεως γίνεται δεκτή.β. Ολα τά κτήματα τά οποία ηρπάγησαν υπό των Τούρκων καί των Ιουδαίων, επί τη βάσει των τίτλων ιδιοκτησίας, θά τοίς αποδοθώσιν. [επιβεβαίωση ότι κατακτητές ήταν τόσο οι Τούρκοι όσο καί οι Εβραίοι].γ. Θά είναι ελεύθεροι παντός φόρου επί των κληρονομιών, εμπορευμάτων καί τροφίμων.δ. Τά λύκεια καί αι παλαιαί ακαδημίαι της Λακεδαίμονος θά επανιδρυθώσι [επιβεβαίωση ότι δέν λειτουργούσε οργανωμένη εκπαίδευση στά χρόνια της τουρκοκρατίας].ε. Θά ιδρυθώσι νοσοκομεία διά τούς τραυματίας. ..."
Αλλά όπως συνέβαινε καί συμβαίνει, κανένας Φράγκος ηγέτης δέν ήταν διατεθειμένος νά ασχοληθεί σοβαρά μέ τήν απελευθέρωση των υπόδουλων χριστιανών καί έτσι οι δυστυχισμένοι Μανιάτες μάταια περίμεναν συμμαχικό στόλο νά εμφανισθεί σέ κάποιο από τά λιμάνια τους. Φυσικά οι Τούρκοι ήταν ενήμεροι γιά τά τεκταινόμενα καί ετοίμαζαν νέα εισβολή στήν χερσόνησο της Μάνης. Ο δούκας Γονζάγα απογοητευμένος από τήν απροθυμία των Ευρωπαίών, πήγε στό Παρίσι καί ίδρυσε τό 1616, τό "τάγμα της χριστιανικής στρατιάς" (Milice Chretienne), μέ σκοπό νά ενώσει τούς λαούς της Ευρώπης ώστε νά εργαστούν γιά τήν απελευθέρωση των ομοθρήσκων τους. Οργανωτής αυτού του τάγματος ήταν ο καπουκίνος πατήρ Ιωσήφ (Pere Joseph de Paris) καί αρχηγός ανακυρήχθηκε ο δούκας του Νεβέρ. Μάλιστα ο πατήρ Ιωσήφ έγραψε πολλά βιβλία γιά νά παρακινήσει άνδρες νά καταταγούν στό τάγμα του καί δύο από αυτά είναι η "Τουρκιάδα" (5000 στίχων) καί "Complainte de la pauvre Grece". Πολλοί ιππότες έσπευσαν νά καταταγούν στό τάγμα αυτό, τόσο λόγω θρησκευτικού φανατισμού όσο καί λόγω τυχοδιωκτικού πνεύματος. Οπότε η ιστορία επαναλήφθηκε καί τό 1618 ο δούκας έστειλε πάλι στή Μάνη τόν κόμη Σατωρενώ (Chateaurenault) ο οποίος συνοδεύονταν από τόν Μανιάτη Πέτρο Μέδικο. Οι δύο άνδρες συνάντησαν όλους τούς πρόκριτους καί τούς αρχιερείς καί τούς αναζωπύρωσαν πάλι τόν πόθο γιά τήν απελευθέρωση της πατρίδας τους. Οι Μανιάτες συνέταξαν καί παρέδωσαν στούς απεσταλμένους του δούκα τήν παρακάτω επιστολή η οποία θεωρείται πρότυπο φιλοπατρίας καί αγάπης πρός τό Ελληνικό Γένος:"Υψηλότατε αυθέντη δούκας της Ναβερσίας ΠαλαιολόγοΕγροικήσαμεν μέ μεγάλη χαράν καί αγαλλίασιν από τόν εκλαμπρότατο Κόντε ντί Καστέλ-Ρινάρδον, μαζί μέ τόν εκλαμπρότατον σινιόρ Πιέρο ντέ Μέδιτσι, σύντροφός του καί συμπατριώτης μας, τήν αγάπη της υψηλοτάτης σου αφεντίας, όπου έχει διά τό γένος των Ρωμαίων, καί του οποίου ευχαριστούμεν, νά σού δώση ο Θεός χάριν νά ελευθερώσης μέ νίκες καί δύναμες.Είμεσθεν πρόθυμοι νά προσκυνήσουμε τήν Αλτέτζα σου, καί νά τήν ακολουθήσουμε, καί νά χύσουμε τό αίμα μας διά τήν αγάπην του εσταυρωμένου Χριστού. Μέ τούτο έχουμε δύναμιν καί εμπιστοσύνην από τόν γαληνότατον καί Χριστιανικώτατον Ρήγαν, να μή μας εξαφήση καί χαθούμε, εμείς καί τά παιδιά μας. Οτι τώρα δέν είναι ωσάν άλλες βολές αμή τώρα αν μας νικήση ο Αγαρηνός δέν είναι νά αφήση ψυχή από τόν κόσμον ετούτον..... " Ο κόμης Σατωρενώ έκανε περιοδία σέ ολόκληρη τήν Πελοπόννησο καί συνέταξε υπομνήματα πρός τόν δούκα, τά οποία ευτυχώς διασώθηκαν καί αποκαλύπτουν πολλά στοιχεία γιά τή Μάνη του 17ου αιώνα, όπως είναι τά γεωργικά της προϊόντα (σιτάρι, οίνος, μετάξι, λινά, ζώα), τη γεωγραφική κατανομή των χωριών καί των οικογενειών (Οίτυλο μέ 400 οικογένειες, Κελεφά μέ 300, Ζαρνάτα μέ 90 κλπ), τά κάστρα καί τά λιμάνια κ.α. Τελικά από όλα τά μεγαλεπήβολα σχέδια του δούκα του Νεβέρ, απέμειναν μόνο τά έγγραφα της αλληλογραφίας, ως μνημεία μίας ευγενικής προσπάθειας πού έγινε στίς πιο δυστυχισμένες ημέρες του Ελληνικού έθνους. Τό όνειρο των Μανιατών δέν έγινε πραγματικότητα, τό χριστιανικό τάγμα διαλύθηκε καί ένας στολίσκος έξι πλοίων, πού ετοιμάστηκε από τόν δούκα, κάηκε μυστηριωδώς πρίν αποπλεύσει από τά λιμάνια της Ιταλίας τό έτος 1621.
Διονύσιος Σκυλόσοφος (1611)
Δραστηριότητα συνομωτική ανέπτυξε ο μητροπολίτης Τιρνόβου Βουλγαρίας Διονύσιος Ράλλης Παλαιολόγος, γύρω στά 1600. Ο Διονύσιος ήταν επίσης ανηψιός του γνωστού φαναριώτου Μιχαήλ Καντακουζηνού του επονομαζόμενου "Σειτάνογλου", καί ήταν γόνος αριστοκρατικής γενιάς, κάτι πού του επέτρεψε νά ταξιδέψει στήν Ευρώπη, νά σπουδάσει στή Ρώμη, νά εργαστεί ως καθηγητής στήν Πολωνία καί τελικά νά διοριστεί μητροπολίτης στή Βουλγαρία από τόν πατριάρχη Ιερεμία Β'. Ο Διονύσιος ήταν ανήσυχο πνεύμα καί ήρθε σέ επαφή μέ πολλούς κληρικούς καί λαϊκούς, οι οποίοι μοιράζονταν τόν πόθο γιά ελευθερία καί απαλλαγή από τόν Οθωμανό κατακτητή. Ενας από αυτούς ήταν ο ηγεμόνας της Βλαχίας Μιχαήλ ο Γενναίος, ο οποίος εισέβαλε στή Βουλγαρία καί νίκησε τούς Τούρκους στή Νικόπολι. Μετά όμως από τό θάνατό του Μιχαήλ τό 1601, ο Διονύσιος μένοντας χωρίς στήριγμα ταξίδεψε στή Βενετία, τή Βιέννη, τήν Πράγα, τή Μόσχα, έχοντας πάντα κατά νού, τήν απελευθέρωση όλων των βαλκανικών λαών. Αργότερα τά ίχνη του χάθηκαν, αλλά ο Διονύσιος μπορεί νά θεωρηθεί ένας οραματιστής μίας παμβαλκανικής εξέγερσης εναντίον του σουλτάνου, όπως θά θεωρούνταν δύο αιώνες αργότερα ο Ρήγας Βελεστινλής. Από τίς πιό αξιόλογες επαναστατικές κινήσεις στίς αρχές του 17ου αι. είναι οι δύο εξεγέρσεις (Θεσσαλία καί Ήπειρο) πού οργάνωσε ένας άλλος ιερωμένος, ο μητροπολίτης Λαρίσης - Τρίκκης Διονύσιος Β', ο επονομαζόμενος "Φιλόσοφος" ή "Σκυλόσοφος". Ο Διονύσιος καταγόταν από σχετικά εύπορη οικογένεια καί σέ νεαρή ηλικία έγινε μοναχός στή μονή Αγίου Δημητρίου του Διχούνη, κοντά στό Κεράσοβο Θεσπρωτίας. Αργότερα σπούδασε στήν Ιταλία φιλολογία, φιλοσοφία καί ιατρική καί στήν πολύπλευρη μόρφωσή του οφείλεται η επωνυμία του "Φιλόσοφος". Επί της πατριαρχίας του Ιερεμία Β' του Τρανού, ο Διονύσιος αναφέρεται ως μέγας αρχιδιάκονος, έπειτα ως πρωτοσύγκελλος στόν Γαλατά καί τέλος ως έξαρχος μέ αποστολή στίς εκκλησίες της Θεσσαλίας, Ηπείρου καί Πελοποννήσου. Ο Διονύσιος τό 1600 ήταν μητροπολίτης στά Τρίκαλα καί βρισκόταν σέ επαφή μέ κλεφταρματολούς της Πίνδου, ενώ διατηρούσε καί αλληλογραφία μέ τόν αυτοκράτορα της Αυστρίας Ροδόλφο Β'. Η επανάσταση του Διονυσίου στή Θεσσαλία τό 1600, απέτυχε καί ακολούθησαν σκληρά αντίποινα των Τούρκων. Ανάμεσα στά θύματα ήταν καί ο Σεραφείμ αρχιεπίσκοπος Νεοχωρίου καί Φαναρίου που ανακυρήχθηκε από τήν εκκλησία νεομάρτυρας. (Τό μαρτύριο του Σεραφείμ περιγράφεται μέ λεπτομέρειες από Ηπειρώτη χρονογράφο καί σύμφωνα μέ αυτόν ζητήθηκε από τό νεομάρτυρα νά γίνει μουσουλμάνος γιά να σωθεί. Οταν αυτός αρνήθηκε, βασανίσθηκε γιά πολλές ημέρες από τόν Χαμουζά μπέη, καί στό τέλος παλουκώθηκε). Ο Διονύσιος μετά τήν αποτυχία του κινήματος κατέφυγε στήν Ιταλία ενά καθαιρέθηκε από τό Οικουμενικό Πατριαρχείο στίς 15 Μαΐου 1601 ως "τολμηρώς καί αλογίστως αποστασίαν μελετήσας κατά της βασιλείας του πολυχρονίου Μεχμέτ". Στή Δύση, ο Διονύσιος συνέχισε νά αγωνίζεται γιά νά εξασφαλίσει βοήθεια γιά τήν απελευθέρωση των συμπατριωτών του, ενώ φέρεται νά προέβη σέ πλαστογραφία εγγράφων γιά νά γίνει πιστευτός. Τό 1602 απηύθυνε έκκληση πρός τόν αυτοκράτορα της Γερμανίας καί τό καλοκαίρι του 1603 έφθασε στήν Ισπανία, μαζί μέ τούς Σταύρο Αψαρά, Εμμανουήλ Ηγούμενο καί Σκαρλάτο Μάτσα, γιά νά συναντήσει τόν βασιλιά Φίλιππο Γ'. Αποτέλεσμα αυτής της επίσκεψης ήταν η δραστηριοποίηση στήν σκλαβωμένη Ελλάδα, πολλών Ισπανών πρακτόρων, οι οποίοι κατέφθαναν κυρίως από τό Ισπανικό βασίλειο της Νεαπόλεως. Ο Διονύσιος επέστρεψε κρυφά στό μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου του Δηχούνη στά 1609, συνεχίζοντας αν καί ηλικιωμένος (65 ετών) νά μεταδίδει τόν πόθο γιά τήν φλόγα της ελευθερίας στούς απλούς χωρικούς. Ομως βρήκε ισχυρή αντίδραση από τουρκόφιλη μερίδα, κυρίως κληρικών, οι οποίοι μέ επικεφαλής τόν μοναχό Μάξιμο τόν Πελοποννήσιο, τόν κατηγορούσαν καί τόν χλεύαζαν ώστε νά τόν υποτιμήσουν στά μάτια του απλού λαού. Ο επαναστατικός αναβρασμός όμως εξαπλώθηκε στήν Ήπειρο στούς κατοίκους χωριών καί κωμοπόλεων ενώ ξεχώρισαν γιά τήν δράση τους ο γραμματικός του Οσμάν πασά των Ιωαννίνων Λάμπρος, ο Ντελή Γιώργος καί ο Ζώτος Τσίριπος από τήν Παραμυθιά. Τόν Σεπτέμβριο του 1611, χίλιοι γεωργοί καί βοσκοί μέ ακόντια καί τόξα όρμησαν στά τουρκοχώρια Ζαραβούσα καί Τουρκογρανίτσα καί κατέσφαξαν τούς κατοίκους τους. Επειτα κινήθηκαν στά Ιωάννινα καί τή νύκτα της 11ης Σεπτεμβρίου ξεχύθηκαν στην πόλη ψάλλοντας "Κύριε ελέησον" καί φωνάζοντας "χαράτζι χαρατζόπουλον", ειρωνευόμενοι τούς τουρκικούς φόρους ενώ πυρπόλησαν τό διοικητήριο του Οσμάν πασά, ο οποίος όμως κατόρθωσε νά διαφύγη. Τήν επόμενη μέρα ο πασάς επανήλθε καί μέ λίγους ιππείς, χριστιανούς σπαχήδες καί μέ τούς τουρκόφιλους κληρικούς, οπαδούς του Μαξίμου, διέλυσε εύκολα τούς επαναστάτες. Ο Διονύσιος κρύφτηκε στή σπηλιά της εκκλησίας του Ιωάννου του Προδρόμου, όπου τόν ανακάλυψε καί τόν κατέδωσε κάποιος Εβραίος. Ο Διονύσιος γδάρθηκε ζωντανός, τό δέρμα του τό γέμισαν μέ άχυρα καί αφού τό περιέφεραν από πόλη σέ πόλη τό έστειλαν μαζί μέ 85 κεφάλια στόν σουλτάνο. Τούς συνεργάτες του Διονύσιου τούς συνέλαβαν καί αυτούς, τούς σούβλισαν καί τούς έψησαν ζωντανούς. Οι σφαγές καί η τρομοκρατία απλώθηκαν σέ ολόκληρη τήν Ήπειρο, τό μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου κατασκάφτηκε καί οι χριστιανοί πού ζούσαν στό κάστρο των Ιωαννίνων εκδιώχθησαν.

Πρόλογος

Σας λείπει η πείρα…Αυτό το ταξίδι θα σας κάνει καλό
( Ο Έντουαρντ Τζ.Ρόμπισον στον Βόλφ Λάρσεν)
ΤΖΑΚ ΛΟΝΤΟΝ, Ο θαλασσόλυκος

Λιμάνι της Μασσαλίας ,
Γαλλία.

Ο τριαντάχρονος λοστρόμος του γαλονιού ‘Κρίνος’, μόλις είχε χάσει και τα τελευταία του δουκάτα σε μια καταδικασμένη από πριν ζαριά. Άδειασε μονορούφι το ρούμι από το ξύλινο κύπελλό του και το χτύπησε δυνατά στο τραπέζι. Σηκώθηκε χαμογελώντας ειρωνικά και έκανε μια βαθιά υπόκλιση προς τους Μαλτέζους ναύτες του καπηλειού ‘Πανσέληνος’. Προχώρησε τρικλίζοντας και σκοντάφτοντας συνεχώς σε τραπέζια και καρέκλες, με κατεύθυνση την εξώπορτα. Με δυσκολία κατάφερε να διασχίσει την πολύβουη σάλα, που ήταν ασφυκτικά γεμάτη από καπνούς, μεθυσμένους ναυτικούς, αλήτές του λιμανιού, και πόρνες. Πόρνες που βοηθούσαν τους ζαλισμένους από το πιοτό ναύτες να αδειάζουν τις τσέπες τους μέσα σε λίγα λεπτά, χωρίς να το καταλάβουν. Aρκούσε ένα απλό ηδονικό χαμόγελο, που υποσχόταν πολλά και δεν πρόσφερε το παραμικρό.
O λοστρόμος άνοιξε την ανεμοδαρμένη και σαρακοφαγωμένη ξύλινη πόρτα και το θαλασσινό αγέρι που τον χτύπησε με ορμή στο πρόσωπο, τον βοήθησε να συνέλθει κάπως από τη ζαλάδα του πιοτού. Έξω είχε νυχτώσει για τα καλά, μαύρα σύννεφα ταξίδευαν στον ουρανό και η προβλήτα του λιμανιού ήταν έρημη. Το θόλο βλέμμα του έπεσε προς το μέρος που ήταν αγκυροβολημένα τα λιγοστά πλοία. Κατάρα! Aκόμα να φανεί ο ‘Κρίνος’. Σίγουρα θα καθυστέρησε στην καταιγίδα. Aυτό σημαίνει ότι θ’ αναγκαστώ να περάσω και τρίτη νύχτα σ’ αυτό το άθλιο πανδοχείο. Ένα είναι σίγουρο… Aπόψε δεν είναι η τυχερή μου νύχτα.
Περπατούσε βιαστικά, καθώς η βροχή ολοένα και δυνάμωνε. Έσφιξε πάνω του το φθαρμένο, σκουρόχρωμο πανωφόρι του και έκρυψε τα χέρια του στις μόνιμα τρύπιες τσέπες, για να τα προφυλάξει από το τσουχτερό κρύο. Έριξε μια φευγαλέα ματιά προς το λιμάνι, με την ελπίδα μήπως και εμφανιστεί ο ‘Κρίνος’. Έστριψε δεξιά σ’ ένα στενό, πλακόστρωτο σοκάκι, κάθετο στην περιβόητη οδό Αντρέ, με την απογοήτευση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του. Καθώς περπατούσε, ένιωσε ότι κάποιος τον ακολουθεί· είχε αυτή την αίσθηση από την ώρα που έφυγε από το καπηλειό του Σανιόλ. Επιβράδυνε τον βηματισμό του σταδιακά, έπιασε αργά-αργά τη λαβή του στιλέτου που ήταν περασμένο στο καφετί, ξεφτισμένο ζωνάρι του και το έσφιξε γερά στο δεξί του χέρι. Περπάτησε λίγα ακόμη μέτρα και άξαφνα γύρισε προς τα πίσω, αποφασισμένος να αντιμετωπίσει οτιδήποτε εμφανιστεί μέσα από το σκοτάδι. Τότε ο λοστρόμος
ξέσπασε σε τρανταχτά γέλια, που πρέπει ν’ ακούστηκαν σε ολόκληρη τη Μασσαλία. Ο εχθρός που έπρεπε να αντιμετωπίσει ήταν ένα κανελί, μουσκεμένο κουτάβι, που κουνούσε την ουρά του παιχνιδιάρικα. Γονάτισε και το χάιδεψε στο κεφάλι, λέγοντας:
- Πρέπει να ’σαι το μοναδικό πλάσμα στον κόσμο που αποζητά τη συντροφιά μου.
- Αδικείς τον εαυτό σου, λοστρόμε! Kι εμείς σ’ αγαπάμε.
Ο λοστρόμος γύρισε ξαφνιασμένος προς το μέρος που ακούστηκε η άγρια αντρική φωνή, ενώ ο σκύλος άρχισε να γαβγίζει σαν δαιμονισμένος.
- Ποιος το ’πε αυτό; Ρώτησε νευρικά ο Τζέηκ, που αδυνατούσε να διακρίνει οτιδήποτε μέσα στο σκοτάδι και τη δυνατή νεροποντή.
- Η συνείδησή σου. Απάντησε η φωνή και τότε μια αστραπή τράνταξε τον ουρανό, φωτίζοντας για λίγα δευτερόλεπτα το στενό σοκάκι. Το έμπειρο μάτι του λοστρόμου πρόλαβε να διακρίνει τρεις γεροδεμένους άντρες, οπλισμένους με γυμνά στιλέτα.
- Ποιοι είστε; Τι ζητάτε από μένα; Φώναξε, μη μπορώντας να διακρίνει τα πρόσωπα τους, παρά μόνο τις φιγούρες τους.
- Χρωστάς την ίδια σου τη ζωή, λοστρόμε! Ο Ντελγάδο λέει ότι το χρέος σου φτάνει τα δύο χιλιάδες δουκάτα. Δυστυχώς για σένα, πρέπει να το ξοφλήσεις αμέσως.
- Το γνωρίζω αυτό, κάθαρμα… είμαι όμως άνθρωπος με τιμή και θα ξεπληρώσω το χρέος μου μόλις επιστρέψω από το ταξίδι μου. Δεν ήταν ανάγκη ο Ντελγάδο να στείλει τα τσιράκια του να με τρομάξουν.
- Πάψε, σκύλας γιε! Αρκετά σε ανέχτηκα. Ξεπλήρωσε το χρέος σου αμέσως και ίσως σε λυπηθώ και ζήσεις λίγα λεπτά ακόμα. Μην ξεχνάς όμως, ότι γνωρίζουμε πολύ καλά πως είσαι μπλεγμένος σε καταστάσεις που δεν σε αφορούν…
Ο λοστρόμος δεν απάντησε, έσκυψε το κεφάλι του και χαμογέλασε. Ώστε γι’ αυτό θέλετε το τομάρι μου, καθάρματα. Πολύ καλά. Aφού το θέλετε έτσι, έτσι θα γίνει! Έπιασε με το δεξί του χέρι το πιστόλι και με το άλλο το στιλέτο. Έσκυψε απότομα και πέταξε το στιλέτο του προς την φιγούρα που διέκρινε καλύτερα. Τον πέτυχε κατευθείαν στην καρδιά. Ο γεροδεμένος άντρας άφησε μια πνιχτή κραυγή, πισωπάτησε και σωριάστηκε στο έδαφος.
- Καταραμένε! Θα πεθάνεις απόψε.
O λοστρόμος γύρισε αστραπιαία προς την κατεύθυνση που ακούστηκε η φωνή και πυροβόλησε στο σκοτάδι. Στάθηκε τυχερός, καθώς η μολυβένια σφαίρα έσχισε τον αέρα και καρφώθηκε στο κεφάλι του άγνωστου άντρα.
Ο λοστρόμος πετάχτηκε όρθιος και έσυρε το σπαθί του. Άλλος ένας και είμαι ελεύθερος. Δεν ξέχασα την τέχνη μου. Tην ίδια στιγμή άκουσε ένα υπόκωφο τρίξιμο και κοίταξε διστακτικά προς το κτίριο που υψωνόταν δίπλα του, με την άκρη του ματιού του. Tο επόμενο δευτερόλεπτο ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Αισθάνθηκε ένα ζεστό τσίμπημα στο στήθος και κοίταξε το πανωφόρι του, που άρχισε να κοκκινίζει από το πηχτό αίμα. Έπεσε στα γόνατα και του γλίστρησε το σπαθί από το χέρι. Είναι σίγουρο πια, δεν είναι η τυχερή μου μέρα.
Το κανελί σκυλί βγήκε από την κρυψώνα του, ένα σπασμένο βαρέλι κρασιού, και πλησίασε δειλά δειλά τον αδικοχαμένο Ντελγάδο. Έκατσε στα δύο πόδια δίπλα του και άρχισε να κλαψουρίζει. Τότε αισθάνθηκε δύο στιβαρά χέρια να το σφίγγουν και να το στριμώχνουν βιαστικά στην αγκαλιά τους.
Είσαι ο μοναδικός μάρτυρας, μικρέ μου. Καλύτερα να έρθεις μαζί μου!

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More