Οταν ο κουτσός πειρατής Λονγκ Τζον Σίλβερ, που τον ερμήνευε ο Ρόμπερτ Νιούτον, στην ταινία «Το νησί των θησαυρών» (1950) του Μπάιρον Χάσκιν, βασισμένη στο κλασικό βιβλίο του Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον, έφτανε στο νησί για να κρύψει το θησαυρό του, το πιο πολύ που μπορούσε να κάνει ήταν να σκοτώσει τους συντρόφους του για να κρύψει το μυστικό για τον εαυτό του.
Πριν από αρκετά χρόνια είχαν γίνει ανεπιτυχείς προσπάθειες αναβίωσης των πειρατικών περιπετειών, με ταινίες όπως «Οι πειρατές» (1986) του Ρόμαν Πολάνσκι ή ο «Κάπταιν Χουκ» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, δυστυχώς όμως κανένας σκηνοθέτης ή παραγωγός δεν κατάφερε να αναβιώσει το είδος. Μέχρι την εμφάνιση, πριν από τρία χρόνια, της ταινίας «Πειρατές της Καραϊβικής» που έκοψε εισιτήρια αξίας 654 εκατομμυρίων δολαρίων διεθνώς. Αποτέλεσμα που ώθησε τους παραγωγούς τής ταινίας να γυρίσουν και δύο «σίκουελ»
Μπορεί να άργησε να αναβιώσει το περιπετειώδες αυτό είδος, κάποτε όμως οι πειρατικές ταινίες ήταν ανάμεσα στις πιο εμπορικές του Χόλιγουντ, με αποτέλεσμα μάλιστα να τις μιμηθούν στη συνέχεια και άλλες κινηματογραφίες, ανάμεσά τους και η ιταλική, ιδιαίτερα στη δεκαετία του '50.
Από τον Σεβάχ τον Θαλασσινό μέχρι τον Κάπταιν Μπλουντ και τον Κάπταιν Κιτ, οι περιπέτειες των πειρατών, είτε στα βιβλία είτε στον κινηματογράφο, γέμιζαν τη φαντασία παιδιών και μεγάλων. Η θάλασσα με την απεραντοσύνη της, τα μακρινά, ξωτικά νησιά με τη μαγεία τους και οι ατρόμητοι τυχοδιώκτες, που με τη μορφή ενός Λαφίτ, ενός Μόργκαν ή ενός Μαυρογένη, διέσχιζαν τα πελάγη και τους ωκεανούς, αψηφώντας όλους τους κινδύνους, αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της παιδικής μας ηλικίας.
Από την αρχαιότητα
Στην πραγματικότητα η πειρατεία αποτελεί μέρος της δεύτερης φύσης του ανθρώπου. Από την αρχαιότητα ώς τις μέρες μας, άτομα αλλά και ολόκληρα κράτη την έχουν κατ' επανάληψη ασκήσει για ιδιοτελείς σκοπούς: από τους πειρατές του Πόντου της αρχαιότητας (που εξόντωσε τελικά το 67 π.Χ. ο Πομπήιος) και τους τρομερούς Βίκινγκ που λεηλατούσαν τις ακτές αμέτρητων χωρών, περνώντας από τους πειρατές του Μεσαίωνα και φτάνοντας ώς τους κουρσάρους των Δυτικών Ινδιών το 17ο αιώνα και τους Μαλαίσιους και Κινέζους πειρατές των Ανατολικών Ινδιών του 19ου αιώνα. Πλάι σ' αυτούς δεν πρέπει να ξεχνάμε τους πειρατές τής Μπαρμπαριάς (όπως ο τρομερός Μπαρμπαρόσα) που από το βορειοαφρικανικό άντρο τους είχαν καταφέρει, για σχεδόν τρεις αιώνες, να είναι κυρίαρχοι της Μεσογείου, χωρίς, βέβαια, να ξεχνάμε τις μεγάλες δυνάμεις -ιδιαίτερα την Αγγλία και τη Γαλλία- που έδιναν «άδεια» σε πειρατές να επιτίθενται και να λεηλατούν τα εχθρικά πλοία και συγκεκριμένα εκείνα της ισπανικής αρμάδας, πειρατές που κούρσευαν στο όνομα της Ελισάβετ Α' της Αγγλίας.
Τα κατορθώματα των πειρατών αυτών τροφοδοτούσαν τη λαϊκή φαντασία, πριν εμπνεύσουν ποιητές και συγγραφείς όπως ο Λόρδος Βύρωνας, ο Ντάνιελ Ντεφόε, ο Γουόλτερ Σκοτ, ο Φένιμορ Κούπερ ή ο Ραφαέλ Σαμπατίνι - είναι από τα έργα του τελευταίου αυτού που ο κινηματογράφος θ' αντλήσει συχνά έμπνευση για να φτιάξει μερικές από τις καλύτερες ταινίες τού είδους.
Αρκετές πειρατικές ταινίες γυρίζονται κιόλας στην περίοδο του βωβού κινηματογράφου. Η πρώτη όμως, κλασική σήμερα, ταινία της βωβής περιόδου παραμένει «Ο μαύρος πειρατής» (1926) του Αλαν Πάρκερ, απολαυστική περιπέτεια, αποθέωση του πιο δημοφιλή, μαζί με τον Τσάπλιν, ηθοποιού του βωβού, Ντάγκλας Φέρμπανκς, στο ρόλο ενός δούκα, που για να εκδικηθεί τους πειρατές που στάθηκαν αιτία για το θάνατο του πατέρα του μετατρέπεται στον περιβόητο Μαύρο Πειρατή του τίτλου. Η περιπέτεια συνδυάζεται με το ρομάντσο, εκείνο όμως που κυριαρχεί είναι η δράση, τα ατέλειωτα κατορθώματα του ήρωα (που πραγματοποιούσε, χωρίς σωσία, ο ίδιος ο Φέρμπανκς), δοσμένα με τη σβελτάδα και την αθλητική ευλυγισία που χαρακτήριζαν τον ηθοποιό.
Τους άθλους ενός άλλου πειρατή, τον Ζαν Λαφίτ, θα μας δώσει ο Σέσιλ ντε Μιλ, στη γυρισμένη με μεγαλοπρέπεια και εντυπωσιακές σκηνές δράσης, ταινία του, «Ο κουρσάρος» (1938), με τον Φρέντρικ Μαρτς να ερμηνεύει τον Γάλλο πειρατή που βοηθάει τους Αμερικανούς στον αγώνα τους ενάντια στους Εγγλέζους. Την ταινία θα ξαναγυρίσει αργότερα (1958) ο Αντονι Κουίν, υπό την επίβλεψη του ίδιου του Ντε Μιλ, και με τον Γιουλ Μπρίνερ στο ρόλο του Λαφίτ. Το 1940, ο Ερολ Φλιν επανέρχεται στο ρόλο τού Κάπταιν Θορπ (ήρωα βασισμένου στην προσωπικότητα του Φράνσις Ντρέικ), στην ταινία «Ο αετός των θαλασσών», και πάλι σε σκηνοθεσία του Κέρτιζ. Εδώ, ο Θορπ υπηρετεί πιστά τη βασίλισσα Ελισάβετ, αναλαμβάνοντας αποστολές στον Παναμά κι αλλού, καταστρέφοντας τα πλοία της ισπανικής αρμάδας και αρπάζοντας το χρυσάφι τους, ξεσκεπάζοντας τη συνωμοσία ενάντια στον αγγλικό θρόνο και προετοιμάζοντας έτσι την Ελισάβετ για τον πόλεμο που θ' ακολουθήσει. Αν και ο εχθρός εδώ είναι οι Ισπανοί, είναι ξεκάθαρη η αναφορά στη χιτλερική Γερμανία που τότε ετοίμαζε έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο.
Δεκαετίες '40-'50
Στη δεκαετία του '40, στην ταινία «Ο μαύρος πειρατής» (1942) του Χένρι Κινγκ, ο πληθωρικός ηθοποιός Λερντ Γκρέγκαρ ερμηνεύει με επιτυχία τον περιβόητο πειρατή Σερ Χένρι Μόργκαν, που διορίζεται κυβερνήτης της Τζαμάικα για να εξοντώσει τους πρώην συντρόφους του κι έρχεται σε σύγκρουση με τον υπασπιστή του, που τον ερμήνευε ο Τάιρον Πάουερ, ενώ το ρομαντικό στοιχείο πρόσφερε η Μορίν Ο' Χάρα. Μια άλλη ενδιαφέρουσα ταινία ήταν η «Σπανιόλικη βεντέτα» (1945) του Φρανκ Μπορζέγκι με επίκεντρο τις περιπέτειες του τρομερού Ολλανδού πειρατή Λόρεντ Βαν Χορν, γνωστού με το παρατσούκλι «Μπαρακούντα», που τον ερμήνευε πολύ πειστικά ο Πολ Χενράιντ. Τη διαβολική και αδίστακτη μορφή του πειρατή Μαυρογένη έδωσε ο Ρόμπερτ Νιούτον στην εξαιρετική, αν και παραγνωρισμένη, ταινία «Αιχμάλωτος του μαύρου κουρσάρου» (1952) του Ραούλ Γουόλς, ενώ εκείνη του Κάπταιν Κιτ σκιτσάρει με κάποιο μανιερισμό ο Τσαρλς Λότον, στην ταινία «Ματωμένος κουρσάρος» (1945) του Ρόουλαντ Μπι Λι, ρόλο που θα επαναλάβει μερικά χρόνια αργότερα ο Αντονι Ντέξτερ στην ταινία «Η σκλάβα του μαύρου πειρατή» (1954) του Λου Λάντερς. Δεν πρέπει ακόμη να ξεχνάμε τη διάσημη πειρατίνα Αν Μπόνεϊ, που ερμήνευε η Τζιν Πίτερς στη συναρπαστική ταινία «Η βασίλισσα των πειρατών» (1951) του Ζακ Τουρνέρ, με τη Τζιν Πίτερς, και στην οποία η Πόνεϊ ερωτευόταν τον εχθρό της (Λουί Ζουρντάν) παρά τις προειδοποιήσεις του παλιού της φίλου, πειρατή Μαυρογένη (Τόμας Γκομέζ).
Τελευταία σημαντική ταινία του είδους, πριν αυτό αρχίσει να ξεφτά και να εξαφανίζεται, ήταν «Ο κόκκινος κουρσάρος» (1952) του Ρόμπερτ Σιόντμακ, γυρισμένη στο στιλ των ανέμελων και απολαυστικών περιπετειών του Ντάγκλας Φέρμπανκς. Πρωταγωνιστής ο Μπαρτ Λάνκαστερ στο ρόλο ενός κουρσάρου που βοηθάει τους κατοίκους ενός νησιού της Καραϊβικής να ξεσηκωθούν ενάντια σ' έναν τυραννικό κυβερνήτη.
Πλάι στους ηρωικούς πειρατές που ερμήνευαν ηθοποιοί όπως ο Ντάγκλας Φέρμπανκς, ο Ερολ Φλιν, ο Τάιρον Πάουερ, ο Πολ Χενράιντ, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις ηρωίδες, που ξελογιάζονταν από τα κατορθώματά τους και που τις ερμήνευαν σταρ όπως η Ολίβια ντε Χάβιλαντ, η Μορίν Ο' Χάρα, η Λίντα Νταρνέλ, η Τζιν Πίτερς, η Μπρέντα Μάρσαλ και άλλες. Οπως δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους «bad guys», τους μοχθηρούς, άξεστους, αιμοδιψείς και άγριους εκείνους πειρατές ή και «συνωμοτικούς» ευγενείς που κρεμούσαν τους αντιπάλους τους από το κατάρτι, έτοιμοι να βιάσουν τις όμορφες γυναίκες και να εξοντώσουν με κάθε μέσο όσους τους αντιστέκονταν, καρατερίστες ηθοποιοί σε αξέχαστους ρόλους: Μπάζιλ Ράθμποουν, Κλοντ Ρέινς, Τζορτζ Σάντερς, Γουόλτερ Σλέζακ, Λερντ Κρέγκαρ, Αντονι Κουίν, Χένρι Ντάνιελ κ.ά.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου