Παρόλες τίς αποτυχίες (16ος αι.) των Ελλήνων γιά απαλλαγή από τήν οθωμανική κυριαρχία, παρατηρήθηκαν, στίς πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, νέες επαναστατικές ζυμώσεις, νέες συνομωσίες καί νέες εξεγέρσεις. Διασώζονται πολλές επιστολές οι οποίες απευθύνονταν κυρίως πρός τούς Ισπανούς, τόν πάπα αλλά καί άλλους Ευρωπαίους ηγεμόνες, μέ τίς οποίες οι υπόδουλοι Ρωμιοί καλούσαν γιά βοήθεια τούς "αδελφούς χριστιανούς". Από τήν Κύπρο ιδιαίτερα, επανειλημμένα ταξίδεψαν απεσταλμένοι πρός τήν Ισπανία αλλά καί πρός τόν οίκο της Σαβοΐας, γιά νά παρακινήσουν τούς ηγεμόνες νά στείλουν στρατό καί πλοία καί νά καταλάβουν τη Μεγαλόνησο. Οι ηγεμόνες της Σαβοΐας θεωρούσαν τούς εαυτούς τους κληρονόμους του βασιλείου της Κύπρου, τό οποίο κατείχε τόν 15ο αιώνα ο Κάρολος Α' δούκας της Σαβοΐας, καί μάλιστα είχαν προσπαθήσει νά νοικιάσουν τήν Κύπρο από τό σουλτάνο, έναντι ετήσιας φορολογικής αποζημίωσης. Ο Πέτρος Γουνέμης, διερμηνέας του πασά της Κύπρου, έγραψε τήν ακόλουθη επιστολή πρός τόν δούκα της Σαβοΐας (Οκτώβριος 1608):
"Υψηλότατε δούξ της Σαβοΐας. Γνωρίζων τό φιλελεύθερον φρόνημα των Χριστιανών της νήσου Κύπρου, αφωσιωμένων εις τήν υμετέραν υψηλότητα, ως αρχαίον κυρίαρχον του ληχθέντος βασιλείου, ήδη όμως ευρισκομένων υπό τήν τυραννίαν των κυνών τούτων Τούρκων, καθικετεύω υμάς νά συνεννοηθήτε μετά της Α. Μεγαλειότητος του βασιλεώς της Ισπανίας Φιλίππου Γ', εις έκδοσιν διαταγών καί βοηθειών πρός απελευθέρωσιν των πτωχών τούτων Χριστιανών από της δουλείας του τυράννου, διότι είναι μεγάλη αμαρτία τοιούτον βασίλειον να ευρίσκηται εις χείρας των Τούρκων..."
Μετά τήν εξέγερση του οπλαρχηγού Βίκτορα Ζεμπετού, ακολούθησαν καί άλλες επιστολές μέ τούς ίδιους αποδέκτες καί μία μάλιστα επιστολή (1609) υπογράφεται από τόν Χριστόδουλο αρχιεπίσκοπο Κύπρου καί από τούς επισκόπους Λεμεσού, Αμμοχώστου, Πάφου, Κυρήνης, Λευκάργων, Λάρνακος καί Αμαθούντος: "...παρακαλούμε τήν υψηλότητα σου νά δώση ορδινίαν καί βοήθειαν νά ελευθερώση ετούτον τόν τόπον από τά χέρια των τυράννων πού παίρνουν τά παιδιά μας από τάς αγκάλας μας..." Οι ηγεμόνες της Σαβοΐας ουδέποτε τόλμησαν νά αποστείλουν βοήθεια πρός τό νησί της Αφροδίτης, ενώ αλλαζονικά σκεφτόμενοι πρόσθεταν στόν τίτλο τους καί τό "Βασίλειον της Κύπρου", σέ όλη τή διάρκεια του 17ου αιώνα. Αντίστοιχη αλληλογραφία πρός τούς Λατίνους, μέ αυτή των Κυπρίων, ήταν καί των Μανιατών, οι οποίοι καί στίς αρχές του 17ου αιώνα διατηρούσαν τήν αυτονομία τους, ενώ τά λιμάνια τους ήταν στή διάθεση των στόλων των Ισπανών αντιβασιλέων της Νεάπολης (Napoli) καί της Σικελίας, καθώς καί των ιπποτών της Μάλτας. Μάλιστα ο Αρσλάν πασάς, αφού απέτυχε μέ τή βοήθεια του προσκυνημένου Τσιγάλα, νά νικήσει τούς Μανιάτες, φοβούμενος τήν οργή του σουλτάνου, του δήλωσε ότι πέτυχε νά υποτάξει τή Μάνη καί νά τή θέσει υπό τό καθεστώς φορολογικής υποτέλειας.
Εκείνο τόν καιρό ένας τοπικός Γάλλος ηγεμόνας, ο Κάρολος Γονζάγα δούκας του Νεβέρ, διέτρεχε τήν Ευρώπη, σέ μία προσπάθεια νά πείσει τούς Φράγκους ηγέτες νά του αναθέσουν τήν αρχηγία εκστρατείας μέ σκοπό τήν απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης. Ο δούκας του Νεβέρ, ήταν απόγονος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου (1282-1328) από έβδομη γενιά, καί διεκδικούσε τόν βυζαντινό θρόνο. Ολόκληρο τό αρχείο μέ τήν αλληλογραφία τού δούκα τό διέσωσε ο Γάλλος ιστορικός Bucher, καί αυτό περιλαμβάνει πολύτιμες πληροφορίες όχι μόνο γιά τή δράση των Μανιατών, αλλά καί γιά τά ήθη καί έθιμά τους, κατά τή διάρκεια της εποχής εκείνης. Ο δούκας του Νεβέρ είχε συνομιλίες γιά τό ζήτημα της οργάνωσης σταυροφορίας μέ τόν δούκα της Τοσκάνης Κόσιμο Β', τόν αυτοκράτορα της Γερμανίας Ματθία, τόν πάπα Παύλο Ε', τόν βασιλιά της Δανίας Χριστιανό Δ', τόν βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΓ', τή βασιλομήτορα Μαρία των Μεδίκων, τόν δόγη της Βενετίας καί κυρίως μέ τόν πανίσχυρο βασιλέα της Ισπανίας, Φίλιππο Γ΄. Πρόσφορο έδαφος γιά τήν απόβαση στρατιωτών ήταν τότε μόνο η ελεύθερη Μάνη, η οποία διέθετε ετοιμοπόλεμο στρατό μέ άσβεστο το μίσος κατά του κατακτητή. Διασώζονται λοιπόν στό πολύτιμο αρχείο του δούκα, εκτός των άλλων καί οι επιστολές πού αντάλλαξε μέ τόν μητροπολίτη Λακεδαιμονίας Χρύσανθο Λάσκαρι καί μέ τόν επίσκοπο Μαΐνης Νεόφυτο. Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα τέτοιας επιστολής, διορθωμένο από τό πλήθος των ανορθογραφιών καί των συντακτικών λαθών (Οκτώβριος 1612):
"Εντιμώτατε, ενδοξώτατε κουμπάρε σινιόρ Τζούαν, Καβαλιέρ Φράτζης καί Μάλτης, δέομαι του παναγάθου Θεού ίνα σέ εύρη η γραφή μας καλά καί ταχέον, μή βραδύνεις, διά τό όνομα του Χριστού καί τώρα θέλω νά σέ ιδώ αν είσαι Χριστιανός καί φίλος....Ο Θεός θέλει ευλογήσει τό έργο σου ως καταγομένου από τού οίκου των Παλαιολόγων, τελευταίων καί νομίμων αυτών Χριστιανών βασιλέων...ΝΕΟΦΥΤΟC TAΠHNOC ΕΠHΣΚΟΠΟC MANIHC"
Ο ακούραστος δούκας ταξίδεψε καί σέ πολλές τουρκοκρατούμενες περιοχές όπως Σερβία, Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Αλβανία καί Βοσνία όπου συναντήθηκε μυστικά μέ ντόπιους συνομώτες. Τό 1615 απέστειλλε στόν βασιλέα της Ισπανίας Φίλιππο Γ' λεπτομερές υπόμνημα, στό οποίο εκθέτει τή συμφωνία αυτού καί των Μανιατών, σέ περίπτωση πού η Μάνη αποκτούσε τήν ανεξαρτησία της:
"Υπόσχονται οι κάτοικοι του βραχίονος της Μάνης, Οιτύλου, Γυθείου καί Καλαμάτας εν πλήρει ενώσει νά υποστηρίξωσι τήν κάθοδον εις τήν χώραν των της Αυτού Εξοχότητος μέ δέκα χιλιάδας άνδρας ωπλισμένους καί διατρεφομένους δι'εξόδων των, εφ'όσον ο πόλεμος του Μωρέως διαρκέση. Αμα τη ειδοποιήσει της χριστιανικής στρατιάς θά διανείμωσι τούς άνδρας των εις τρίς στρατεύματα, τό έν διά νά κυριεύση τήν Κορώνην, τό άλλο τόν Μυστράν ή Λακεδαιμονίαν καί τό τρίτον διά νά καταστήση ισχυράν τήν θέσιν επί του λιμένος του Πορτοκάγιο....Κατόπιν αυτών, πάντες οι κυριώτεροι αρχηγοί των Ελληνικών οικογενειών μέ τούς οπαδούς των καί τάς φυλάς των καί μέ τούς αναγκαστικώς εξ αυτών γενομένους γενίτσαρους Τούρκους [εννοεί τούς αρματολούς], υπόσχονται μέ τούς υπογεγραμμένους εις τά άρθρα επισκόπους καί πρωτοπαπάδες νά είναι έτοιμοι εις τά συνθήματα τά οποία θέλουν τους δοθή εις τήν χώραν της Μάνης τά ακόλουθα: νά κόψουν τόν λάρυγγα των Τούρκων, νά λάβουν τά όπλα των καί τούς ίππους των διά νά ευρεθώσι ταχέως εκεί όπου παραστή πολεμική ανάγκη. Επιπλέον υπόσχονται ότι θά προμηθεύσωσιν 60 χιλιάδας άνδρας αόπλους οίτινες θά μεταβωσι όπου διαταχθώσι αφού ορκισθώσιν επισήμως επί του ιερού ευαγγελίου.Ο δούκας του Νεβέρ υποσχέθηκε σέ αυτούς τά κάτωθι:α. Η αίτησις των όπως επιτραπή εις αυτούς νά ζώσιν εν ελευθερία συνειδήσεως γίνεται δεκτή.β. Ολα τά κτήματα τά οποία ηρπάγησαν υπό των Τούρκων καί των Ιουδαίων, επί τη βάσει των τίτλων ιδιοκτησίας, θά τοίς αποδοθώσιν. [επιβεβαίωση ότι κατακτητές ήταν τόσο οι Τούρκοι όσο καί οι Εβραίοι].γ. Θά είναι ελεύθεροι παντός φόρου επί των κληρονομιών, εμπορευμάτων καί τροφίμων.δ. Τά λύκεια καί αι παλαιαί ακαδημίαι της Λακεδαίμονος θά επανιδρυθώσι [επιβεβαίωση ότι δέν λειτουργούσε οργανωμένη εκπαίδευση στά χρόνια της τουρκοκρατίας].ε. Θά ιδρυθώσι νοσοκομεία διά τούς τραυματίας. ..."
Αλλά όπως συνέβαινε καί συμβαίνει, κανένας Φράγκος ηγέτης δέν ήταν διατεθειμένος νά ασχοληθεί σοβαρά μέ τήν απελευθέρωση των υπόδουλων χριστιανών καί έτσι οι δυστυχισμένοι Μανιάτες μάταια περίμεναν συμμαχικό στόλο νά εμφανισθεί σέ κάποιο από τά λιμάνια τους. Φυσικά οι Τούρκοι ήταν ενήμεροι γιά τά τεκταινόμενα καί ετοίμαζαν νέα εισβολή στήν χερσόνησο της Μάνης. Ο δούκας Γονζάγα απογοητευμένος από τήν απροθυμία των Ευρωπαίών, πήγε στό Παρίσι καί ίδρυσε τό 1616, τό "τάγμα της χριστιανικής στρατιάς" (Milice Chretienne), μέ σκοπό νά ενώσει τούς λαούς της Ευρώπης ώστε νά εργαστούν γιά τήν απελευθέρωση των ομοθρήσκων τους. Οργανωτής αυτού του τάγματος ήταν ο καπουκίνος πατήρ Ιωσήφ (Pere Joseph de Paris) καί αρχηγός ανακυρήχθηκε ο δούκας του Νεβέρ. Μάλιστα ο πατήρ Ιωσήφ έγραψε πολλά βιβλία γιά νά παρακινήσει άνδρες νά καταταγούν στό τάγμα του καί δύο από αυτά είναι η "Τουρκιάδα" (5000 στίχων) καί "Complainte de la pauvre Grece". Πολλοί ιππότες έσπευσαν νά καταταγούν στό τάγμα αυτό, τόσο λόγω θρησκευτικού φανατισμού όσο καί λόγω τυχοδιωκτικού πνεύματος. Οπότε η ιστορία επαναλήφθηκε καί τό 1618 ο δούκας έστειλε πάλι στή Μάνη τόν κόμη Σατωρενώ (Chateaurenault) ο οποίος συνοδεύονταν από τόν Μανιάτη Πέτρο Μέδικο. Οι δύο άνδρες συνάντησαν όλους τούς πρόκριτους καί τούς αρχιερείς καί τούς αναζωπύρωσαν πάλι τόν πόθο γιά τήν απελευθέρωση της πατρίδας τους. Οι Μανιάτες συνέταξαν καί παρέδωσαν στούς απεσταλμένους του δούκα τήν παρακάτω επιστολή η οποία θεωρείται πρότυπο φιλοπατρίας καί αγάπης πρός τό Ελληνικό Γένος:"Υψηλότατε αυθέντη δούκας της Ναβερσίας ΠαλαιολόγοΕγροικήσαμεν μέ μεγάλη χαράν καί αγαλλίασιν από τόν εκλαμπρότατο Κόντε ντί Καστέλ-Ρινάρδον, μαζί μέ τόν εκλαμπρότατον σινιόρ Πιέρο ντέ Μέδιτσι, σύντροφός του καί συμπατριώτης μας, τήν αγάπη της υψηλοτάτης σου αφεντίας, όπου έχει διά τό γένος των Ρωμαίων, καί του οποίου ευχαριστούμεν, νά σού δώση ο Θεός χάριν νά ελευθερώσης μέ νίκες καί δύναμες.Είμεσθεν πρόθυμοι νά προσκυνήσουμε τήν Αλτέτζα σου, καί νά τήν ακολουθήσουμε, καί νά χύσουμε τό αίμα μας διά τήν αγάπην του εσταυρωμένου Χριστού. Μέ τούτο έχουμε δύναμιν καί εμπιστοσύνην από τόν γαληνότατον καί Χριστιανικώτατον Ρήγαν, να μή μας εξαφήση καί χαθούμε, εμείς καί τά παιδιά μας. Οτι τώρα δέν είναι ωσάν άλλες βολές αμή τώρα αν μας νικήση ο Αγαρηνός δέν είναι νά αφήση ψυχή από τόν κόσμον ετούτον..... " Ο κόμης Σατωρενώ έκανε περιοδία σέ ολόκληρη τήν Πελοπόννησο καί συνέταξε υπομνήματα πρός τόν δούκα, τά οποία ευτυχώς διασώθηκαν καί αποκαλύπτουν πολλά στοιχεία γιά τή Μάνη του 17ου αιώνα, όπως είναι τά γεωργικά της προϊόντα (σιτάρι, οίνος, μετάξι, λινά, ζώα), τη γεωγραφική κατανομή των χωριών καί των οικογενειών (Οίτυλο μέ 400 οικογένειες, Κελεφά μέ 300, Ζαρνάτα μέ 90 κλπ), τά κάστρα καί τά λιμάνια κ.α. Τελικά από όλα τά μεγαλεπήβολα σχέδια του δούκα του Νεβέρ, απέμειναν μόνο τά έγγραφα της αλληλογραφίας, ως μνημεία μίας ευγενικής προσπάθειας πού έγινε στίς πιο δυστυχισμένες ημέρες του Ελληνικού έθνους. Τό όνειρο των Μανιατών δέν έγινε πραγματικότητα, τό χριστιανικό τάγμα διαλύθηκε καί ένας στολίσκος έξι πλοίων, πού ετοιμάστηκε από τόν δούκα, κάηκε μυστηριωδώς πρίν αποπλεύσει από τά λιμάνια της Ιταλίας τό έτος 1621.
Διονύσιος Σκυλόσοφος (1611)
Δραστηριότητα συνομωτική ανέπτυξε ο μητροπολίτης Τιρνόβου Βουλγαρίας Διονύσιος Ράλλης Παλαιολόγος, γύρω στά 1600. Ο Διονύσιος ήταν επίσης ανηψιός του γνωστού φαναριώτου Μιχαήλ Καντακουζηνού του επονομαζόμενου "Σειτάνογλου", καί ήταν γόνος αριστοκρατικής γενιάς, κάτι πού του επέτρεψε νά ταξιδέψει στήν Ευρώπη, νά σπουδάσει στή Ρώμη, νά εργαστεί ως καθηγητής στήν Πολωνία καί τελικά νά διοριστεί μητροπολίτης στή Βουλγαρία από τόν πατριάρχη Ιερεμία Β'. Ο Διονύσιος ήταν ανήσυχο πνεύμα καί ήρθε σέ επαφή μέ πολλούς κληρικούς καί λαϊκούς, οι οποίοι μοιράζονταν τόν πόθο γιά ελευθερία καί απαλλαγή από τόν Οθωμανό κατακτητή. Ενας από αυτούς ήταν ο ηγεμόνας της Βλαχίας Μιχαήλ ο Γενναίος, ο οποίος εισέβαλε στή Βουλγαρία καί νίκησε τούς Τούρκους στή Νικόπολι. Μετά όμως από τό θάνατό του Μιχαήλ τό 1601, ο Διονύσιος μένοντας χωρίς στήριγμα ταξίδεψε στή Βενετία, τή Βιέννη, τήν Πράγα, τή Μόσχα, έχοντας πάντα κατά νού, τήν απελευθέρωση όλων των βαλκανικών λαών. Αργότερα τά ίχνη του χάθηκαν, αλλά ο Διονύσιος μπορεί νά θεωρηθεί ένας οραματιστής μίας παμβαλκανικής εξέγερσης εναντίον του σουλτάνου, όπως θά θεωρούνταν δύο αιώνες αργότερα ο Ρήγας Βελεστινλής. Από τίς πιό αξιόλογες επαναστατικές κινήσεις στίς αρχές του 17ου αι. είναι οι δύο εξεγέρσεις (Θεσσαλία καί Ήπειρο) πού οργάνωσε ένας άλλος ιερωμένος, ο μητροπολίτης Λαρίσης - Τρίκκης Διονύσιος Β', ο επονομαζόμενος "Φιλόσοφος" ή "Σκυλόσοφος". Ο Διονύσιος καταγόταν από σχετικά εύπορη οικογένεια καί σέ νεαρή ηλικία έγινε μοναχός στή μονή Αγίου Δημητρίου του Διχούνη, κοντά στό Κεράσοβο Θεσπρωτίας. Αργότερα σπούδασε στήν Ιταλία φιλολογία, φιλοσοφία καί ιατρική καί στήν πολύπλευρη μόρφωσή του οφείλεται η επωνυμία του "Φιλόσοφος". Επί της πατριαρχίας του Ιερεμία Β' του Τρανού, ο Διονύσιος αναφέρεται ως μέγας αρχιδιάκονος, έπειτα ως πρωτοσύγκελλος στόν Γαλατά καί τέλος ως έξαρχος μέ αποστολή στίς εκκλησίες της Θεσσαλίας, Ηπείρου καί Πελοποννήσου. Ο Διονύσιος τό 1600 ήταν μητροπολίτης στά Τρίκαλα καί βρισκόταν σέ επαφή μέ κλεφταρματολούς της Πίνδου, ενώ διατηρούσε καί αλληλογραφία μέ τόν αυτοκράτορα της Αυστρίας Ροδόλφο Β'. Η επανάσταση του Διονυσίου στή Θεσσαλία τό 1600, απέτυχε καί ακολούθησαν σκληρά αντίποινα των Τούρκων. Ανάμεσα στά θύματα ήταν καί ο Σεραφείμ αρχιεπίσκοπος Νεοχωρίου καί Φαναρίου που ανακυρήχθηκε από τήν εκκλησία νεομάρτυρας. (Τό μαρτύριο του Σεραφείμ περιγράφεται μέ λεπτομέρειες από Ηπειρώτη χρονογράφο καί σύμφωνα μέ αυτόν ζητήθηκε από τό νεομάρτυρα νά γίνει μουσουλμάνος γιά να σωθεί. Οταν αυτός αρνήθηκε, βασανίσθηκε γιά πολλές ημέρες από τόν Χαμουζά μπέη, καί στό τέλος παλουκώθηκε). Ο Διονύσιος μετά τήν αποτυχία του κινήματος κατέφυγε στήν Ιταλία ενά καθαιρέθηκε από τό Οικουμενικό Πατριαρχείο στίς 15 Μαΐου 1601 ως "τολμηρώς καί αλογίστως αποστασίαν μελετήσας κατά της βασιλείας του πολυχρονίου Μεχμέτ". Στή Δύση, ο Διονύσιος συνέχισε νά αγωνίζεται γιά νά εξασφαλίσει βοήθεια γιά τήν απελευθέρωση των συμπατριωτών του, ενώ φέρεται νά προέβη σέ πλαστογραφία εγγράφων γιά νά γίνει πιστευτός. Τό 1602 απηύθυνε έκκληση πρός τόν αυτοκράτορα της Γερμανίας καί τό καλοκαίρι του 1603 έφθασε στήν Ισπανία, μαζί μέ τούς Σταύρο Αψαρά, Εμμανουήλ Ηγούμενο καί Σκαρλάτο Μάτσα, γιά νά συναντήσει τόν βασιλιά Φίλιππο Γ'. Αποτέλεσμα αυτής της επίσκεψης ήταν η δραστηριοποίηση στήν σκλαβωμένη Ελλάδα, πολλών Ισπανών πρακτόρων, οι οποίοι κατέφθαναν κυρίως από τό Ισπανικό βασίλειο της Νεαπόλεως. Ο Διονύσιος επέστρεψε κρυφά στό μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου του Δηχούνη στά 1609, συνεχίζοντας αν καί ηλικιωμένος (65 ετών) νά μεταδίδει τόν πόθο γιά τήν φλόγα της ελευθερίας στούς απλούς χωρικούς. Ομως βρήκε ισχυρή αντίδραση από τουρκόφιλη μερίδα, κυρίως κληρικών, οι οποίοι μέ επικεφαλής τόν μοναχό Μάξιμο τόν Πελοποννήσιο, τόν κατηγορούσαν καί τόν χλεύαζαν ώστε νά τόν υποτιμήσουν στά μάτια του απλού λαού. Ο επαναστατικός αναβρασμός όμως εξαπλώθηκε στήν Ήπειρο στούς κατοίκους χωριών καί κωμοπόλεων ενώ ξεχώρισαν γιά τήν δράση τους ο γραμματικός του Οσμάν πασά των Ιωαννίνων Λάμπρος, ο Ντελή Γιώργος καί ο Ζώτος Τσίριπος από τήν Παραμυθιά. Τόν Σεπτέμβριο του 1611, χίλιοι γεωργοί καί βοσκοί μέ ακόντια καί τόξα όρμησαν στά τουρκοχώρια Ζαραβούσα καί Τουρκογρανίτσα καί κατέσφαξαν τούς κατοίκους τους. Επειτα κινήθηκαν στά Ιωάννινα καί τή νύκτα της 11ης Σεπτεμβρίου ξεχύθηκαν στην πόλη ψάλλοντας "Κύριε ελέησον" καί φωνάζοντας "χαράτζι χαρατζόπουλον", ειρωνευόμενοι τούς τουρκικούς φόρους ενώ πυρπόλησαν τό διοικητήριο του Οσμάν πασά, ο οποίος όμως κατόρθωσε νά διαφύγη. Τήν επόμενη μέρα ο πασάς επανήλθε καί μέ λίγους ιππείς, χριστιανούς σπαχήδες καί μέ τούς τουρκόφιλους κληρικούς, οπαδούς του Μαξίμου, διέλυσε εύκολα τούς επαναστάτες. Ο Διονύσιος κρύφτηκε στή σπηλιά της εκκλησίας του Ιωάννου του Προδρόμου, όπου τόν ανακάλυψε καί τόν κατέδωσε κάποιος Εβραίος. Ο Διονύσιος γδάρθηκε ζωντανός, τό δέρμα του τό γέμισαν μέ άχυρα καί αφού τό περιέφεραν από πόλη σέ πόλη τό έστειλαν μαζί μέ 85 κεφάλια στόν σουλτάνο. Τούς συνεργάτες του Διονύσιου τούς συνέλαβαν καί αυτούς, τούς σούβλισαν καί τούς έψησαν ζωντανούς. Οι σφαγές καί η τρομοκρατία απλώθηκαν σέ ολόκληρη τήν Ήπειρο, τό μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου κατασκάφτηκε καί οι χριστιανοί πού ζούσαν στό κάστρο των Ιωαννίνων εκδιώχθησαν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου