Πολλά έχουν γραφτεί για την άσκηση της πειρατείας στην κεντρική και δυτική Μεσόγειο και την οργάνωση του δουλεμπορίου στη βόρεια Αφρική. Ελάχιστα όμως γνωρίζαμε για την πειρατεία στις ελληνικές θάλασσες μετά την εμφάνιση των Οθωμανών Τούρκων στο Αιγαίο πέλαγος το 1390. Από τότε δηλαδή τοποθετείται ουσιαστικά η αρχή της οθωμανικής κυριαρχίας και η προσπάθεια επικράτησης στα ελληνικά πελάγη με τη χρησιμοποίηση μουσουλμάνων πειρατών.
Η πειρατεία ήταν προηγουμένως ενοχλητική και επικίνδυνη, αλλά ποτέ δεν είχε τη μορφή και την έκταση πληγής που είχε τους 15ο και 16ο αιώνες.
Γιατί τότε η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέθαλψε και χρησιμοποίησε άμεσα και έμμεσα τους Τούρκους πειρατές για την αύξηση της σφαίρας επιρροής της στο θαλάσσιο χώρο της Μεσογείου.
Άμεσα, γιατί υποχρεωτικά επάνδρωνε τα καράβια του στόλου της με το δυναμικό των Τούρκων πειρατών της Μικράς Ασίας· έμμεσα, γιατί υποθάλποντας τη δράση των μουσουλμάνων πειρατών καταπονούσε τη δύναμη των χριστιανών αντιπάλων της και έκανε ζωντανή την παρουσία της σε όλη τη Μεσόγειο.
Οι πιο γνωστοί πειρατές ήταν ο Κεμάλ ρέις, ο Καρακασάν, ο αδελφός του Καραδορμής, οι Κούρτογλου και άλλοι.
Η στάση της Πύλης απέναντι στην πειρατεία μπορεί σε πρώτη ματιά να φανεί αντιφατική ή πάντως όχι ξεκαθαρισμένη.
Όμως στην πραγματικότητα ήταν μία και ενιαία: η Πύλη καταδίωκε τους Τούρκους πειρατές, μικρούς ή μεγάλους, όταν η δράση τους ήταν υπερβολικά ανεξάρτητη και ασκούσαν πειρατεία μόνον για το προσωπικό τους όφελος, όταν ενεργούσαν σαν επαναστάτες στην ηγεμονία της.
Αντίθετα, τους υποστήριζε και τους προστάτευε όταν δέχονταν να ενταχθούν στην υπηρεσία του επίσημου οθωμανικού στόλου.
Το 1497 ο μεγάλος πειρατής Κεμάλ Ρέις χωρίς συζήτηση δέχτηκε να ενταχθεί στη δύναμη του επίσημου οθωμανικού στόλου. Σε περίοδο ειρήνης ο σουλτάνος ακολουθούσε πολιτική ανοχής των μουσουλμάνων πειρατών γιατί η δράση τους καταπονούσε και εξασθένιζε τα αντίπαλα χριστιανικά κράτη.
Στις σχέσεις Οθωμανών πειρατών-Πύλης υπήρχε μία αλληλεξάρτηση. Γιατί οι πειρατές όσο περισσότερο ισχυροί γίνονταν και πολλαπλασίαζαν τα μεγέθη του στόλου τους τόσο μεγαλύτερη ανάγκη είχαν την Πύλη και το σουλτάνο.
Δεν μπορούσαν απαρατήρητοι να αρματώσουν την άνοιξη και να ξαρματώσουν το χειμώνα τα σκάφη τους σε ασφαλές οθωμανικό έδαφος ούτε να τα επανδρώσουν με λεβέντες.
Είχαν ανάγκη την ανοχή και προστασία του σουλτάνου ή άλλων ισχυρών εκπροσώπων της περιφερειακής διοίκησης της αυτοκρατορίας. Παράλληλα η Πύλη και οι κατά τόπους πασάδες στηρίζονταν στις ικανότητες των λεβέντηδων.
Υπήρχε όμως και ένας άλλος παράγοντας: το κέρδος. Οι σαντζάκ μπέηδες των παράλιων περιοχών της Μικράς Ασίας αλλά και οι πασάδες στην Κωνσταντινούπολη ήταν οι κύριοι χρηματοδότες των πειρατικών επιχειρήσεων.
Με τα κεφάλαια που διέθεταν χρηματοδοτούσαν όχι μόνο το νόμιμο εμπόριο, αλλά και την επικερδέστερη πειρατεία. Τα κέρδη τους δεν ήταν μόνον οικονομικά αλλά και πολιτικοστρατιωτικά.
Διέθεταν ιδιόκτητη ναυτική προστασία. Με αυτήν επέβαλλαν τη θέλησή τους και έκαναν εγγραφές και για το μέλλον. Βέβαια η κατασκευή και συντήρηση κωπήλατων σκαφών, κατάλληλων για άσκηση πειρατείας, και η επάνδρωσή τους με άνδρες τολμηρούς και επιδέξιους, ο στοιχειώδης εφοδιασμός αρχικά με όπλα και τρόφιμα προϋπέθεταν κεφάλαια.
Γι' αυτό ορμητήρια των Τούρκων πειρατών ήταν τα προφυλαγμένα λιμάνια των ανατολικών και νότιων παραλίων της Μικράς Ασίας, γύρω από τη Σμύρνη και την Αττάλεια. Οι σαντζάκ μπέηδες ήταν οι χρηματοδότες τους. Εκεί συγκέντρωναν και τα προϊόντα της λείας.
Επίκεντρο των επιθέσεων ήταν πρώτα απ' όλα τα νησιά του Αρχιπελάγους. Όταν το 1416-1420 ο μοναχός Μποντελμόντι (Buondelmonti) περιηγήθηκε τα νησιά του Αιγαίου, αναφέρει ότι πολλά ήταν ακατοίκητα και στα άλλα οι κάτοικοι ζούσαν στην αθλιότητα και τον τρόμο.
Στη Σύρα οι κάτοικοι τρέφονταν με ψωμί από χαρούπια και κρέατα τράγου. Στη Σίφνο οι άνδρες ήταν ελάχιστοι· αντιστοιχούσε ένας άνδρας σε 16 γυναίκες. Στην Άνδρο και τη Νιό οι κάτοικοι διανυκτέρευαν μέσα σε πύργο ή φρούριο για το φόβο των επιδρομών.
Το 1479, 400 ξεκληρισμένες οικογένειες της Σαντορίνης κατέφυγαν στην Κρήτη, μη μπορώντας να υποφέρουν τους σεισμούς και τις πειρατικές επιδρομές. Οι πειρατές τους 14ο-16ο αι., ακόμη και το 17ο, λεηλατούσαν όχι μόνον τα πλεούμενα αλλά και τα παράλια και νησιά ολόκληρα.
Αποβίβαζαν άνδρες και προχωρούσαν στο εσωτερικό των περιοχών σκλαβώνοντας τους κατοίκους και αρπάζοντας τα γεννήματα και τα ζώα. Ανάγκαζαν έτσι τους πληθυσμούς να εγκαταλείπουν ομαδικά τα παράλια και να δημιουργούν νέους οικισμούς σε κρυφές και απόκρημνες τοποθεσίες.
Οι ομαδικές αιχμαλωσίες των πληθυσμών δημιούργησαν στο Αιγαίο οξύ δημογραφικό και κοινωνικό πρόβλημα. Το 1475 οι Τζουστινιάνι (Justi-niani) της Χίου αποφάσισαν τη μεταφορά όλων των κατοίκων της Σάμου και των Ψαρών στη Χίο. Εκατό χρόνια έμεινε έρημη η Σάμος. Αλλά και οι άλλοι πληθυσμοί που παρέμεναν στις αρχικά οχυρωμένες θέσεις ζούσαν με το φόβο και τη μιζέρια.
Δεν τολμούσαν να παράξουν περισσότερα αγαθά από τα αναγκαία, γιατί ήταν βέβαιοι ότι θα τα άρπαζαν οι πειρατές. Η πειρατεία εμπόδισε την εντατική καλλιέργεια της γης και την ανάπτυξη του εμπορίου και της ναυτιλίας. Καλλιέργησε κλίμα αδράνειας και εσωστρέφειας.
Παράλληλα η συνεχής απειλή των πειρατών και η επιθυμία επιβίωσης ώθησαν τα δυναμικά στοιχεία του ελληνικού πληθυσμού στην εξωμοσία και τον εξισλαμισμό. Πολλοί Έλληνες μικροπειρατές αλλαξοπίστησαν. Το πιο κλασικό παράδειγμα ήταν των αδελφών Βαρβαρόσσα.
Οι αδελφοί Βαρβαρόσσα, Έλληνες από τη Μυτιλήνη, γιοι τσουκαλά και εγγονοί παπά, όχι μόνον αλλαξοπίστησαν αλλά και αντελήφθησαν από την αρχή το πρόβλημα της εξάρτησης από πασάδες.
Μόλις αύξησαν τη δύναμή τους σε πλοία, διέρρηξαν την εξάρτηση από τοπικούς παράγοντες, άσκησαν επικερδώς πειρατεία στην κεντρική Μεσόγειο και εγκαταστάθηκαν στην Μπαρμπαριά, όπου δημιούργησαν μία ανεξάρτητη δύναμη, όχι μόνο πειρατική αλλά και πολιτική, εκμεταλλευόμενοι την εχθρότητα των Μαυριτανών του Αλγερίου με τους Ισπανούς. Ένα κράτος που διατηρήθηκε 300 χρόνια.
Ο μεγαλύτερος ο Αρούτζ (Arudj), ο επιλεγόμενος Βαρβαρόσσας, γιατί αυτός είχε κόκκινα μαλλιά και γένια, εξέδωσε νομίσματα που έφεραν τη μορφή του.
Πέθανε το 1518 και τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Χέζρ (Hezr), ο επιλεγόμενος Χαϊρεντίν. Πιο διπλωμάτης από τον αδελφό του, αναγνώρισε την επικυριαρχία του σουλτάνου, που τον διόρισε μπεηλέρμπεη του Αλγερίου.
Με τους συντρόφους του άσκησε ευρείας έκτασης πειρατεία στη δυτική Μεσόγειο και αποκόμισε τεράστια κέρδη και φήμη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΡΑΝΤΟΝΕΛΛΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου